«Τη Δευτέρα του Πάσχα (7.5.1956), επισκέφθηκαν και πάλι τον Μιχαλάκη Καραολή οι γονείς του Σάββας και Παναγιώτα, και οι αδελφές του Ελένη, Μαρούλα και Νίκη. (Ο αδελφός του Ανδρέας ήταν κρατούμενος στην Κοκκινοτριμιθιά και δεν τον πήραν οι Άγγλοι να δει τον μελλοθάνατο Μιχαλάκη!) Κι εκεί, στην παγερή ατμόσφαιρα των κελιών των μελλοθανάτων, ο Καραολής πληροφόρησε τη μητέρα και τις αδελφές του, ότι οι Άγγλοι είχαν ήδη ανοίξει τον τάφο του στον διπλανό περίκλειστο χώρο που προοριζόταν για κοιμητήριο, τα γνωστά σ’ όλους «Φυλακισμένα Μνήματα».
– Εψές μανά, είπε μόλις αντίκρυσε τη μητέρα του, αννοίασιν τον τάφον μου!..‘Ακουα τες τσαπιές τους!..
Τόσο οι γονείς, όσο και οι αδελφές του ξέσπασαν σε κλάματα μόλις άκουσαν τα λόγια αυτά. Ο Καραολής, όμως, διατήρησε απόλυτη ψυχραιμία και πρόσθεσε:
– Δε θέλω να κλάψετε! Ψηλά τα κεφάλια!..
– Γιε μου, σκίρτησε η μάνα του, μα εν να σε θάψουν δσμέσα;
– Εν πειράζει μανά, της απάντησε ο Καραολής. Όπου γη τζιαι τάφος!..
Στην ίδια συνάντηση, ο Καραολής τους πληροφόρησε επίσης ότι το Άγιο Σάββατο, όταν τον πήραν να κάνει μπάνιο, άκουσε τους Άγγλους να σιγομουρμουρίζουν πως «είναι το τελευταίο του μπάνιο τούτο, να τον κρεμάσουν, να ησυχάσουμε κι εμείς»!..
– Εν για να σου σπάσουν τα νεύρα σου που το είπαν, τον διέκοψε η μητέρα του.
– Όχι, της είπε, εν αλήθκεια…Ελαλούσαν το κρυφά μεταξύ τους τζιαι το άκουσα…
Γονείς και αδελφοί του Καραολή, έφυγαν σε λίγο από τις Φυλακές αναστατωμένοι. Τα δάκρυά τους κυλούσαν ασταμάτητα, παρόλο που μια αμυδρή ελπίδα φώλιαζε ακόμα μέσα τους ότι ο αγαπημένος του θα απέφευγε τελικά το σχοινί της αγχόνης…»
«Την Τετάρτη (9.5.56) το πρωί, την προηγουμένη δηλαδή του απαγχονισμού του Καραολή, η μητέρα και οι αδελφές του πήγαν ξανά να τον δουν στις Κεντρικές Φυλακές. Εκεί, οι Άγγλοι τις υπέβαλαν και πάλι στον ίδιο εξευτελισμό, δηλαδή να γυμνωθούν εντελώς για να τις ερευνήσουν! Όταν στη συνέχεια τις οδήγησαν στον Καραολή, τον βρήκαν απόλυτα ήρεμο, παρόλο που η σκιά του θανάτου ήταν πια ορατή πάνω από το κεφάλι του.
Κατά τη συνάντηση αυτή, ο Καραολής τους έλεγε και τους ξανάλεγε να διατηρήσουν τη ψυχραιμία τους και να είναι περήφανες. Τους σύστησε ακόμη να ζητήσουν και να πάρουν τη σορό του και να τον θάψουν στο χωριό του, το Παλαιχώρι, καθώς και τη σορό του Ανδρέα Δημητρίου, για να θαφτεί κι αυτός στο χωριό του, τον Άγιο Μάμα Λεμεσού.
– Να επιμένετε, τους παρότρυνε φωναχτά ο Καραολής, να μεν μας αφήκετε δαμέσα να μας πατούν…Όπως μας ποδοπατούν ζωντανούς, να μεν μας ποδοπατούν τζιαι πεθαμένους…Να επιμένετε να μας πιάσετε!..
Ενώ μιλούσαν, οι Άγγλοι φρουροί τούς έκαναν νόημα ότι η επίσκεψη τέλειωσε και έπρεπε να φύγουν. Οι τέσσερις γυναίκες διαμαρτυρήθηκαν έντονα, ιδιαίτερα η μητέρα του Καραολή. Οι Άγγλοι, όμως, δεν περιορίστηκαν στα λόγια. Άρχισαν να τις τραβούν και να τις σπρώχνουν για να βγουν έξω από το χώρο των κελιών των μελλοθανάτων! Ο Καραολής θύμωσε πολύ γι’ αυτό, οπότε και φώναξε δυνατά στους Άγγλους:
– Τωρά δεν τις αφήνετε άλλο, αλλά το απόγευμα να τις αφήσετε..Να έρθουν νωρίς και να μου ανοίξετε, να τις δω και να τις φιλήσω…
Ο επικεφαλής αξιωματικός είπε «ΟΚ», όμως δεν τήρησε το λόγο του. Όταν το απόγευμα η μητέρα και οι αδελφές του Καραολή επανήλθαν στις Φυλακές, δεν τις άφησαν να τον δουν ούτε για ένα λεπτό! Και η δικαιολογία που τους έδωσαν, ήταν ότι θα πήγαινε ο παπάς να τον εξομολογήσει και να τον κοινωνήσει. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε παρά πολύ τον Καραολή, που το έδειξε όταν πήγε εκεί ο Παπαντώνης Ερωτοκρίτου, ο ιερέας των Φυλακών».
*Την φωτογραφία, εκμοντέρνισε η σελίδα μας.
Categories
«Εψές μανά αννοίασιν τον τάφον μου!..»
