Categories
Νέα

Αποκαλυπτικά στοιχεία για τους δοσίλογους της Ε.Ο.Κ.Α.

Του Δρ. Ανδρέα Κάρυου

Κάθε 1η Απριλίου ο κυπριακός Ελληνισμός τιμάει με πλήθος εκδηλώσεων την επέτειο της τελευταίας Εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης του Ελληνισμού (πόσοι άραγε έχουμε συνειδητοποιήσει την εμβέλεια του εν λόγω γεγονότος;) και πιο συγκεκριμένα τις αιματηρές προσπάθειες που κατέβαλαν οι Έλληνες Κύπριοι εναντίον της βρετανικής αποικιοκρατίας και υπέρ των δικαιωμάτων της Ελευθερίας και της Αυτοδιάθεσης κατά τη διάρκεια του Αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959). Ταυτόχρονα, η εν λόγω εθνική επέτειος αποτελεί για την κοινότητα των ερευνητών μια χρήσιμη ευκαιρία για ενίσχυση της ιστορικής γνώσης, αναδεικνύοντας ειδικότερες πτυχές της τετραετούς επανάστασης στην Κύπρο.

Η εφημερίδα «Φιλελεύθερος», με πρόσφατο ρεπορτάζ της με τίτλο «Σενέρ Λεβέντ: Απαγχονίστηκε χωρίς να είναι ένοχος ο Πατάτσος» (ημερομηνίας 22 Μαρτίου 2022), πληροφόρησε το αναγνωστικό κοινό για τον ρόλο της Τουρκοκύπριας Εμινέ στη σύλληψη του ήρωα Ιάκωβου Πατάτσου. Σύμφωνα με τη μαρτυρία που η ίδια η Εμινέ έδωσε στον Τουρκοκύπριο δημοσιογράφο, Σενέρ Λεβέντ, το βρετανικό αποικιοκρατικό καθεστώς επέβαλε στον Ι. Πατάτσο τη θανατική ποινή για μια πράξη που δεν έκανε: Τον φόνο του Τουρκοκύπριου αστυνομικού Νιχάτ. Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι σύμφωνα με τον Σ. Λεβέντ, η Εμινέ άλλαξε στάση και ανακάλεσε τα λεγόμενά της λίγο αργότερα.

Η έρευνα στα βρετανικά κρατικά αρχεία (The National Archives) τεκμηριώνει τη μαρτυρία της Τουρκοκύπριας Εμινέ προς τον Σ. Λεβέντ για τον ρόλο-«κλειδί» που η ίδια διαδραμάτισε στην υπόθεση του ήρωα Ι. Πατάτσου. Σε τηλεγράφημα (βλ. Εικόνα 1) του Βρετανού κυβερνήτη της Κύπρου, στρατάρχη Sir John Harding, προς τον Βρετανό υπουργό αποικιών, Alan Lennox-Boyd, αναφέρονται τα εξής: «Προς ενημέρωσή σας, η Κυρία Εμινέ Ν., μια Τουρκάλα Κύπρια η οποία συνέλαβε τον προσφάτως εκτελεσθέντα τρομοκράτη Πατάτσο θα ταξιδέψει με τον σύζυγό της στην Τουρκία την Κυριακή 16 Αυγούστου διότι θεωρεί ότι εδώ η ζωή της βρίσκεται σε κίνδυνο. Στην Κυρία Ν. χορηγήθηκε (εντελώς εμπιστευτικά) αμοιβή £5.000 για την πολύ θαρραλέα πράξη της και επομένως καμία χρηματική βοήθεια δεν είναι αναγκαία».

Οι πληροφορίες για την παροχή χρηματικής αμοιβής σε έναν συνεργάτη (στην προκειμένη περίπτωση στην Εμινέ Ν.), καθώς και διευκολύνσεων για μετάβαση στο εξωτερικό, αναπόφευκτα στρέφουν την προσοχή μας σε ένα φαινόμενο της περιόδου 1955-1959 το οποίο απασχόλησε κατά καιρούς τον δημόσιο διάλογο, αλλά όχι μέσα από ένα επιστημονικό πρίσμα: Την εμφάνιση των δωσίλογων. Με τον όρο «δωσίλογοι» ορίζεται η συνεργασία Κυπρίων με τις βρετανικές αποικιακές Αρχές για την καταστολή της επαναστατικής δράσης της ΕΟΚΑ. Η συγκεκριμένη πτυχή κατέστη δυνατό να μελετηθεί συστηματικά μόλις τα τελευταία χρόνια, με τη βοήθεια τεκμηρίων από βρετανικές αρχειακές συλλογές.

Η σύσταση του… μικρού συμβουλίου

Η εξασφάλιση επαρκών στοιχείων για τη δράση της ΕΟΚΑ υπήρξε μια από τις δυσκολότερες προκλήσεις που είχε να αντιμετωπίσει η ηγεσία των βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην προσπάθειά της να καταπνίξει το ένοπλο επαναστατικό κίνημα στην Κύπρο. Πληροφορίες για την ΕΟΚΑ εξασφάλιζε η βρετανική πλευρά μέσω του μηχανισμού συλλογής πληροφοριών που ανέπτυξε, ο οποίος μεταξύ των διαφόρων πρακτικών του συμπεριέλαβε και τη χρήση της δωροδοκίας. Η πρακτική αυτή αξιοποιήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου 1955-1959, εντούτοις, έγινε πολύ πιο συστηματική το 1958. Ο υπεύθυνος συλλογής πληροφοριών στην Κύπρο, Sir John Prendergast, είναι αποκαλυπτικός για τη συμπεριφορά των Βρετανών σε όσους τους παρείχαν πληροφορίες κατά τα τελευταία στάδια του Αγώνα της ΕΟΚΑ:

«Με την έγκριση του Στρατηγού Darling συστάθηκε ένα μικρό συμβούλιο… Αυτό το σώμα εξέταζε προσεκτικά τη βοήθεια που μας δινόταν, τους κινδύνους που υπήρξαν και τις μελλοντικές προοπτικές όσων βοήθησαν στην παροχή πολύτιμων πληροφοριών. Κάποιοι έπρεπε να εγκατασταθούν κάπου αλλού και όλοι βοηθήθηκαν με χρήματα. Νομίζω ότι πρέπει να είμαστε περήφανοι επειδή, τουλάχιστον στην περίπτωση της Κύπρου, κάναμε το καλύτερο δυνατό να βοηθήσουμε όσους μας βοήθησαν».

Μεταφορά και ταχτοποίησή τους στην Αγγλία

Με βάση τα πιο πάνω αντιλαμβανόμαστε ότι η ανάπτυξη ενός συστήματος αμοιβής και προστασίας πληροφοριοδοτών κατέστη αναγκαίο για τη βρετανική πλευρά. Ένα τέτοιο εγχείρημα, όμως, δεν ήταν καθόλου εύκολο. Μάλιστα, όπως αποδείχτηκε, οδήγησε σε αρκετές περιπλοκές. Μέσω της διερεύνησης πλήθους αρχειακών πηγών πληροφορούμαστε για τις σχετικές γραφειοκρατικές διαδικασίες που έπρεπε να διεκπεραιωθούν: Για παράδειγμα, κρατικοί λειτουργοί στην Κύπρο και τη Βρετανία έπρεπε να δραστηριοποιηθούν για τη χορήγηση προκαταβολής στους πληροφοριοδότες, την ασφαλή μεταφορά και την υποδοχή και τακτοποίησή τους στην αποικιακή μητρόπολη. Το γεγονός αυτό απαιτούσε την απασχόληση ανθρώπινου δυναμικού και τη δαπάνη σημαντικών χρηματικών ποσών.

Επιπρόσθετα, άμα τη αφίξει τους στη Βρετανία, οι πρώην (πλέον) πληροφοριοδότες απασχολούσαν κρατικούς λειτουργούς, οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με την αποστολή για την ενσωμάτωσή τους στην τοπική κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό, έπρεπε να αναληφθούν προσπάθειες για την άσκηση έμμεσης πίεσης προς τους άρτι αφιχθέντες συνεργάτες για την πραγματοποίηση σπουδών ή την εξεύρεση εργασίας. Τα υπόλοιπα ποσά των αμοιβών καταβάλλονταν σε μηνιαίες δόσεις από το βρετανικό Δημόσιο (μέσω δημιουργίας ειδικού τύπου λογαριασμών), ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο να κατασπαταληθούν ή να δημιουργηθούν υποψίες για την ταυτότητα των προσώπων αυτών. Η εν λόγω μέθοδος λειτούργησε αποτελεσματικά για την ομαλή ένταξη μερικών περιπτώσεων πρώην πληροφοριοδοτών στην κοινωνία του Λονδίνου. Μερικοί άλλοι, ωστόσο, άρχισαν σταδιακά να αποτελούν ενόχληση για τις βρετανικές Αρχές: Στα βρετανικά έγγραφα καταγράφονται οι επίμονες απαιτήσεις κάποιων συνεργατών για άμεση αποπληρωμή του συνόλου της αμοιβής τους (δηλαδή όχι σε δόσεις), απειλώντας, μάλιστα, να προβούν σε αποκαλύψεις για την «άδικη» συμπεριφορά των Βρετανών σε όσους τους παρείχαν πολύτιμη βοήθεια για την καταστολή της ΕΟΚΑ με κίνδυνο τη ζωής τους. Στα αρνητικά επακόλουθα που παρουσιάστηκαν λόγω της μεταφοράς πρώην πληροφοριοδοτών από την Κύπρο στο Λονδίνο πρέπει να συνυπολογιστεί και το γεγονός της εμπλοκής των αστυνομικών Αρχών λόγω της διάπραξης αδικημάτων ή και εγκλημάτων. Μεταξύ διαφόρων υποθέσεων, χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση πρώην συνεργάτη (βλ. Εικόνα 2), ο οποίος συνελήφθη στη Βρετανία για απόπειρα φόνου, με αποτέλεσμα η μητέρα του να στείλει επιστολή ζητώντας την παρέμβαση των βρετανικών Αρχών προς όφελος του παιδιού της χάριν των υπηρεσιών που προσέφερε προηγουμένως στην Κύπρο, συνεργαζόμενος με τον Ειδικό Κλάδο (Special Branch) εναντίον της ΕΟΚΑ.

35 συνολικά οι πληροφοριοδότες

Αξίζει να αναφερθεί ότι τη βρετανική κυβέρνηση απασχόλησαν και πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες αριθμός πρώην συνεργατών, όταν τελείωσε η επανάσταση στην Κύπρο, εξέφρασαν την επιθυμία για επιστροφή τους στο νησί, θεωρώντας ότι οι πράξεις τους προς όφελος των Βρετανών θα τύγχαναν της συγχώρεσης από τους συγγενείς και τον κοινωνικό τους περίγυρο. Η αντίδραση των Βρετανών για να αποτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο ήταν άμεση, προειδοποιώντας τα άτομα αυτά ότι η ζωή τους ενδεχομένως να εκτίθετο σε μεγάλο κίνδυνο.

Από τις πιο ενδιαφέρουσες συνέπειες που δημιούργησε η προώθηση πρώην συνεργατών στη Βρετανία ήταν η υποβολή επίσημης ερώτησης στο βρετανικό Κοινοβούλιο (βλ. Εικόνα 3) σχετικά με τον συνολικό αριθμό τους, τα ποσά που δαπανήθηκαν για την μεταφορά και ανταμοιβή τους, καθώς και το ποσοστό αυτών που διώχθηκαν ποινικώς. Το γεγονός αυτό δημιούργησε στη βρετανική κυβέρνηση την υποχρέωση να πρέπει να συγκεντρώσει πληροφορίες για το σύνολο των 35 πρώην πληροφοριοδοτών, ώστε να δύναται να δώσει απαντήσεις τουλάχιστον για μερικές πτυχές της υπόθεσης. Όσο για τον Sir Hugh Foot, ο οποίος ως τελευταίος Βρετανός κυβερνήτης της Κύπρου προΐστατο της μεταβατικής κυβέρνησης στο νησί αναλαμβάνοντας τις απαραίτητες ενέργειες για την εγκαθίδρυση του κυπριακού κράτους, εξέφρασε την άποψη ότι η βρετανική κυβέρνηση θα έπρεπε να αρνηθεί να απαντήσει για λόγους δημοσίου συμφέροντος: Θεωρούσε ότι οι πληροφορίες που θα παρέχονταν ενδεχομένως να δημιουργούσαν εχθρότητα προς τους συγγενείς των πρώην συνεργατών των Βρετανών που έμεναν στην Κύπρο.

Καταληκτικά, στηριζόμενοι σε πληροφορίες από τα βρετανικά αρχεία, προσπαθήσαμε να προβούμε σε μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις για τους δωσίλογους, δηλαδή τους Κύπριους που συνεργάστηκαν με το βρετανικό αποικιακό καθεστώς κατά την περίοδο του Αγώνα της ΕΟΚΑ. Οπωσδήποτε, οι πληροφορίες που παραθέσαμε δεν εξαντλούν το θέμα, εφόσον ο πλούτος των τεκμηρίων που υπάρχει σε αρχειακές συλλογές μας επιτρέπει την ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των ατόμων που συνεργάστηκαν επί πληρωμή με τους Βρετανούς: Η διεξοδική μελέτη του τόπου καταγωγής, της ηλικιακής ομάδας, του κοινωνικού, επαγγελματικού και μορφωτικού υποβάθρου, των πολιτικών πεποιθήσεων, του ύψους της αμοιβής και διαφόρων άλλων χαρακτηριστικών αδιαμφισβήτητα θα οδηγήσει με περισσότερη ασφάλεια στην κατανόηση και ερμηνεία της παρουσίας δωσίλογων ως ιδιαίτερα μειοψηφικού -αλλά υπαρκτού- φαινομένου της περιόδου 1955-1959.

* Ιστορικός, Μουσείο Αγώνος, Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου