Categories
Αύγουστος

Από τα δράματα του Αγώνα


Του Γιάννη Σπανού


(Προέδρου των Συνδέσμων Αγωνιστών ΕΟΚΑ)


Η αυλαία του Αυγούστου του 1956 έκλεισε μ’ ένα ακόμα αιματηρό δράμα της ελευθερίας. Όταν η είσοδος του παλιού Νοσοκομείου Λευκωσίας βάφτηκε με το αίμα δυο αγωνιστών της ΕΟΚΑ και ενός φαρμακοποιού και με τον τραυματισμό δυο παλληκαριών ορκισμένων στη λευτεριά της πατρίδας και την ένωσή της με τη μάνα Ελλάδα. Ήρωες του δράματος ο Κυριάκος Κολοκάσης και ο Ιωνάς Νικολάου, τραυματίες ο Σπύρος Κυριάκου κι ο Γιώργος Ταλιαδώρος κι ο Φαρμακοποιός Κούλης Κυριακίδης που το χέρι της τραγικής του μοίρας τον έσπρωξε στη σκηνή της μάχης του Νοσοκομείου το πρωϊ της 31ης Αυγούστου 1956.


Οι συνθήκες που μέσα στη δίνη τους ξετυλίχτηκε η τραγωδία ήταν σκληρές για όλο το νησί. Η σκιά του έκτακτου νόμου των Άγγλων βαριά. Κι η ποινή του θανάτου για όποιο κρατούσε όπλο ανελέητη, καταπίεζε τα στήθια του κόσμου μέρα- νύχτα, ενώ στα Στρατόπεδα Συγκέντρωσης ήταν κλεισμένοι 3.362 αγωνιστές στις Φυλακές 1114, ενώ τα βουνά δρασκέλιζαν 300 αντάρτες. Τα γεγονότα άρχισαν από την προηγούμενη νύχτα όταν έφθασαν στο Γέρι, από τη Λευκωσία ο Παναγιώτης Κοτζιάς κι ο Ιωνάς Νικολάου για να μεταδώσουν την είδηση πως την άλλη μέρα οι Άγγλοι θα μετέφεραν τον κατάδικο Πολύκαρπο Γιωρκάτζη κι έπρεπε να αποτολμηθεί η απόδρασή του. Η πληροφορία απευθυνόταν στον Κυριάκο Κολοκάση και τον Σπύρο Κυριάκου της ομάδας «Γεράκι»που έμεναν στο καταφύγιο, ένα αλώνι.

Οι ίδιοι είχαν πρωταγωνιστήσει και την προηγούμενη βδομάδα στην απαγωγή του Αργύρη Καραδήμα κι ενός καταδίκου του κοινού ποινικού δικαίου.


Εξηγήθηκαν τα πράγματα και ρωτήθηκαν οι αγωνιστές του Γερίου αν μπορούσαν να λάβουν μέρος στη νέα απόπειρα. Κι οι δυο δέχτηκαν μετά χαράς. Όταν μάλιστα τους ελέχθη ότι οι συνθήκες θα ήταν δύσκολες γιατί στο Νοσοκομείο θα παρατάσσονταν πάνοπλοι Άγγλοι, ο Κυριάκος έσφιξε τις γροθιές και παρατήρησε: Και λοιπόν; Όπλα εκείνοι όπλα κι εμείς. Την ομάδα θ’ αποτελούσαν οι Κυριάκος, ο Ιωνάς κι ο Σπύρος με τρία περίστροφα, δυο «Γουέμπλευ» κι ένα «Σμιθ& Γουένσον» πεντάσφαιρο που έδωσε ο Παναγιώτης Αριστείδου, στέλεχος της Οργάνωσης, στον Κοτζιά. Και την επομένη πρωί ο Κοτζιάς με το «Φολκς Βάκγεν» V520 του Κούλη Σουγλίδη και τη Βερονόκη Λεωνίδου, κι ο Νεοπτόλεμος Λεφτής με την Ελένη Χριστοφορίδου συνοδούς, οδήγησαν τους αγωνιστές στο σπίτι του Στέλιου και της Μαρούλας Πιτσιλίδη, στον Άγιο Αντώνιο. Εκεί προσήλθαν κι ο Τομεάρχης Ανδρέας Τσιάρτας με πιστόλι «Ιθάκα», καινούργιο, αμερικάνικο, ο βοηθός του Νίκος Κόσης κι ο Νίκος Σαμψών που μόλις είδε το πιστόλι το άρπαξε, βεβαιώνοντας ότι ήξερε τον χειρισμό του. Προστέθηκε στην ομάδα. Οι τέσσερεις έκαναν τον Σταυρό τους και ξεκίνησαν στη μοιραία αποστολή με τα αυτοκίνητα που οδηγούσαν ο Λεφτής κι ο Κοτζιάς.


Έφτασαν στο Νοσοκομείο, διέσχισαν τους 50-60 Άγγλους στρατιώτες που περικύκλωναν την είσοδο και μπήκαν στην υποδοχή. Τους περίμενε ο Ταλιαδώρος. Πήραν θέσεις ο Σπύρος κι ο Σαμψών στη δεξιά πλευρά κι ο Κυριάκος με τον Ιωνά στην αριστερά. Η απόφαση ήταν ρητή. Θα ανέσυραν τα όπλα και θα πυροβολούσαν μόνο όταν ο Γιωρκάτζης κι η συνοδεία του, ένα Άγγλος με «στέρλινγκ» κι ένας άλλος Άγγλος με περίστροφο κι οι δυο Έλληνες δεσμοφύλακες, που ό ένας, ο Αργύρης, ήταν δεμένος με χειροπέδες με τον Γιωρκάτζη. Δέκα η ώρα και κάτι φάνηκε ο Γιωρκάτζης κι οι φρουροί να κατεβαίνουν από τη μαρμάρινη σκάλα. Περνούσαν δίπλα από τους ενεδρεύοντες, οπότε ο Σαμψών βιάστηκε και τράβηξε το πιστόλι, ο Άγγλος με το «στέρλινγκ» τον είδε και πάτησε τη σκανδάλη που άρχισε να πυροβολεί σε ριπή. Ο Κυριάκος τον πυροβόλησε, ο Άγγλος έπεσε νεκρός αλλά το δάκτυλό του πατούσε τη σκανδάλη. Χτυπήθηκαν ο Κυριάκος που πέθανε αμέσως κι ο Ιωνάς που αν και τραυματίας έτρεξε στην έξοδο πυροβολώντας μέχρι τελευταίας σφαίρας και το πέταξε κατάμουτρα στους στρατιώτες που πήραν θέσεις και πυροβολούσαν. Όταν είδαν ότι ο Ιωνάς ήταν πεσμένος στο δάπεδο έτρεξαν και τον σκότωσαν με τους υποκοπάνους των όπλων τους. Όπως μου είπε ο Τομεάρχης το πιστόλι «Ιθάκα» που κρατούσε ο Σαμψών ήταν πλήρες όταν το παρέλαβε. Η ασφάλεια ήταν ακόμα πάνω!… Ο Σπύρος τραυματίστηκε., έπεσε στο πάτωμα και σύρθηκε προς ένα δωμάτιο. Ζήτησε βοήθεια από ένα γιατρό που τον μετέφερε στο χειρουργείο. Στη σκηνή της μάχης κειτόταν νεκρός κι ο Κούλης Κυριακίδης, Φαρμακοποιός του Νοσοκομείου που βρέθηκε ανάμεσα στα πυρά.


Τα δυο αυτοκίνητα που ανέμεναν έφυγαν με τους επιζήσαντες αφού τέλειωσε η μάχη. Ο Γιωρκάτζης κατάφερε ν΄ απαλλαγεί από το βραχιόλι της χειροπέδης, πήδηξε από τους φράκτες και πήγε σε σπίτι ελληνικό. Ο οικοδεσπότης με τη σύζυγό του είπαν ότι θα πήγαιναν στη…Λάρνακα κι έφυγαν. Ο Γιωρκάτζης έστειλε την υπηρέτρια στης Λούλας Κοκκίνου που ανάλαβε αμέσως τη μετακίνηση του δραπέτη που κατάληξε στο σπίτι καταφύγιο της αγωνίστριας Δήμητρας Κουρσουμπά, αργότερα Γρηγόρη Γρηγορά. Εκεί περίμεναν κι ο Τσιάρτας με τον Κόση. Ο Τομεάρχης παρατήρησε στον Σαμψών: Είπες ότι ήξερες τη χρήση του πιστολιού. Η ασφάλεια είναι ανεβασμένη. Σφαίρα δεν έφυγε από τη θαλάμη…


Η 31 Αυγούστου ήταν μια ακόμα πένθιμη μέρα. Οι καμπάνες μετέδωσαν το θλιβερό μήνυμα του θανάτου των δυο ηρώων κι ο αγώνας της ΕΟΚΑ συνεχίστηκε με δράματα μέχρι που διακόπηκε από τις συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου που έσυραν τον Λαό σε άπειρα δράματα και τάφους της ελευθερίας και των πόθων της δύστυχης πατρίδας μας. Ήταν η απαρχή μυρίων δεινών και εμφυλίων συγκρούσεων που κατέληξαν στη χουντική προδοσία και την κατοχή που παρατείνεται επί 48 χρόνια, δυστυχώς χωρίς αντίσταση. Το χρέος της απελευθέρωσης βαρύνει τους επιδόξους μνηστήρες της εξουσίας που οφείλουν να διακηρύξουν την απόφασή τους να αγωνιστούν για την απελευθέρωση της σκλάβας πατρίδας. Κι η απελευθέρωση δεν ξεφυτρώνει από το πουθενά ή την αποφυγή κατονόμασής της. Αλλά με εξοπλισμό και αγώνα. Και υπάρχει το πρότυπο του αγώνα. Η ορμή και το πάθος της ΕΟΚΑ. Και η αυτοθυσία των αγωνιζομένων…


Τον καιρό μας, το 1955,τα παλληκάρια φίλευαν με το θάνατο. Έκαναν το Σταυρό τους και ξεχύνονταν στις μάχες ψάλλοντας τα τροπάρια της λευτεριάς. Τότε δεν έτρεχαν στα αεροδρόμια να φύγουν. Οι κυβερνήσεις άλλαξαν τα πάτρια ήθη, περιφρόνησαν την παράδοση και το χρέος. Καιρός η ψυχή να επικοινωνήσει με την ιστορία. Να γονατίσει στους τάφους των νεκρών και ν’ ακούσει τις φωνές από τον άλλο κόσμο. Την Κραυγή του Γρηγόρη από το υπερπέραν που πνίγει την παράδοση της ιερής μας μνήμης στον επιδρομέα. Κι οι υποψήφιοι ηγέτες να κλείσουν τις βαρύγδουπες υποσχέσεις κι ας επανέλθουν στον δρόμο που λησμόνησε η πολιτική. Γιατί οι καιροί φεύγουν και δεν γυρίζουν πίσω…

Categories
Αύγουστος

Σαν σήμερα 24/08/1960 η πρώτη επίσκεψη των συγγενών των ηρώων στα φυλακισμένα μνήματα

8 ακριβώς μέρες μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου, πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίσκεψη των συγγενών των ηρώων στα φυλακισμένα μνήματα.

Οι σκηνές που εκτυλίχθηκαν όπως θα δείτε και στις πιο κάτω φωτογραφίες θύμιζαν αρχαία τραγωδία. Τάφοι χωρίς σταυρούς, λες και ήταν άνθρωποι κατώτερου Θεού. Οι συγγενείς για πρώτη φορά είχαν την δυνατότητα να θρηνήσουν τα παιδιά τους. Η μητέρα του Καραολή, τα παιδιά του Ανδρέα Παναγίδη.

Οι Βρετανοί είχαν μετατρέψει τον χώρο ταφής των ηρώων μας σε ένα απόλυτο σκουπιδότοπο, προσπαθώντας να δείξουν για άλλη μια φορά το πολιτισμένο τους πρόσωπο που διατυμπανίζουν συνεχώς σε ολόκληρη την υφήλιο.

Τόσο πολιτισμένο πρόσωπο, που στέρησαν από τα τρία παιδιά του ήρωα Ανδρέα Παναγίδη τον πατέρα τους, αλλά κρέμασαν και ένα μαθητή.

Και τη μνήμη σας το έθνος, χαιρετά γονατιστό..

 *Φωτογραφίες από τον γιο του ήρωα Ανδρέα Παναγίδη

*Την φωτογραφία εκμοντέρνισε η σελίδα μας

Categories
Αύγουστος

Η θυσία των τριών Λυσιωτών

Στις 23/08/1958, 3 λεβεντογιοί από το χωριό Λύση της επαρχίας Αμμοχώστου, 3 συγχωριανοί του Γρηγόρη Αυξεντίου, πέφτουν ηρωικά μαχόμενοι. Ο σπόρος που φύτεψε ο Αυξεντίου συνέχιζε να ανθίζει, και τα παλικάρι της ΕΟΚΑ συνέχιζαν να σέρνουν χορό ελευθερίας.

Δύο μέλη της ΕΟΚΑ, τα οποία γνώριζαν που βρισκόταν ο οπλισμός, συνελήφθησαν. Για να αποφευχθεί το κακό σενάριο, ο Καλλής μαζί με τον Σιάλο, τον Δημητράκη και τον Παναγή Λάρκου διατάχθηκαν να μεταφέρουν τον οπλισμό, στο περιβόλι του Δημήτράκι Αναστάση. Οι 4 άντρες φόρτωσαν τον οπλισμό (ένα αυτόματο στεν, ένα μαρτίνι, ένα περίστροφο 0,38, επτά κυνηγετικά, δεκαπέντε χειροβομβίδες, δυο νάρκες και αρκετή ποσότητα πυρομαχικών) σε δύο ποδήλατα και ξεκίνησαν για το περιβόλι δια μέσου χωραφιών.

Οι Άγγλοι στρατιώτες τους έστησαν ενέδρα πίσω από δύο δέντρα και με το που τους είδαν, ξεκίνησαν να τους πυροβολούν. Ο Παναγής Λάρκου μαζί με τον Σιάλο ήταν οι μόνο που κρατούσαν όπλα και τους έριξαν πίσω. Αν και ο Σιάλος πυροβόλησε να ρίξει μια χειροβομβίδα εναντίον της μιας ομάδας στρατιωτών, μια δεύτερη ομάδα Άγγλων στρατιωτών τον σκότωσε, πυροβολώντας τον. Στην συνεχεία τα πυρά που έριξαν οι Άγγλοι, σκότωσαν τον Καλλή Σακκά και τον Δημητράκη Αναστάση. Ο Παναγής Λάρκου, στάθηκε τυχερός και γλίτωσε. Οι απώλειες των Άγγλων ήταν 5 νεκροί στρατιώτες και 1 τραυματίας.

Categories
Αύγουστος

Σαν σήμερα 22/08/1954 ο Κυπριακός Ελληνισμός ανταποκρίνεται στο κάλεσμα του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, με τον περίφημο Όρκο της Φανερωμένης

Σαν σήμερα 22/08/1954 ο Κυπριακός Ελληνισμός ανταποκρίνεται στο κάλεσμα του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, με τον περίφημο Όρκο της Φανερωμένης:

«Κύπριοι αδελφοί,

Στώμεν καλώς. Ουδείς ως ορρωδήσει. Ουδείς ας προδώσει τας αρχάς και τας πεποιθήσεις του. Είμεθα Έλληνες και μετά των Ελλήνων επιθυμούμεν να ζήσωμεν. Υπό τους ιερούς αυτούς θόλους ας δώσωμεν σήμερον τον άγιον όρκον: ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΩΜΕΝ ΠΙΣΤΟΙ ΕΩΣ ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟΝ ΜΑΣ ΑΙΤΗΜΑ. Άνευ περιφρονήσωμεν την βίαν και την τυρρανίαν. Με θάρρος θα υψώσωμεν το ηθικόν παράστημά μας υπεράνω των μικρών και εφημέρων κωλυμάτων, ΕΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΙΔΙΩΚΟΝΤΕΣ, ΕΙΣ ΕΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΑΠΟΒΛΕΠΟΝΤΕΣ ΤΕΡΜΑ, ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ.»

Μετά το τέλος του όρκου, και σε κλίμα εθνικής υπερηφάνειας ο κόσμος ψάλλει τον εθνικό ύμνο, και αποχωρεί για το σπίτι του, όπου ξεκινάει η έντονη προπαρασκευή για την έναρξη του αγώνα.

Categories
Αύγουστος

Όταν ο Στυλιανίδης τα έβαλε με 150 Τούρκους της Κύπρου

Όταν οι Τουρκοκύπριοι, επιχείρησαν να κάψουν το σωματείο του Ολυμπιακού Λευκωσίας, ο Σταύρος Στυλιανίδης όπου ήταν συχνός θαμώνας του σωματείου, πήρε ένα κιβώτιο με γκαζόζες Babacian της τότε εποχής, στάθηκε στην πόρτα, και όπως ορμούσαν οι Τουρκοκύπριοι στην είσοδο του σωματείου για να το λεηλατήσουν, ο «Μακρής» τους απωθούσε με το κιβώτιο, άρπαζε τα μπουκάλια, και τους τα έσπαζε στο κεφάλι.

Όταν τα μπουκάλια έλειψαν, ο Ήρωας της Ε.Ο.Κ.Α. άρπαξε ένα σιδερένιο ιστό σημαίας, τον έσπασε στα δυο κτυπώντας τον δυνατά με το πόδι του, και με εκείνα τα 2 κομμάτια έτρεψε σε φυγή περίπου 150-200 Τουρκοκύπριους.

Categories
Αύγουστος

Ο αρ­μέ­νιος ο­πλί­της που έ­πεσε στην Κύπρο το 1974

Στις 16 Αυ­γού­στου του 1974, την πε­ρί­ο­δο της τουρ­κι­κής ει­σβο­λής στην Κύ­προ, ο στρα­τιώ­της Μη­χα­νι­κού της ΕΛ­ΔΥΚ, Παρ­σέχ Πι­πε­ριάν έ­πε­σε μα­χό­με­νος η­ρω­ι­κά, στις πο­λε­μι­κές ε­πι­χει­ρή­σεις πλη­σί­ον της Λευ­κω­σί­ας. Για τον Παρ­σέχ δεν έ­χουν ειπωθεί ού­τε γρα­φτεί πολ­λά, ί­σως ε­πει­δή η οι­κο­γέ­νειά του πο­τέ δεν διεκ­δί­κη­σε δάφνες και προ­τί­μη­σε να κρα­τή­σει χα­μη­λούς τό­νους, πα­ρά το μέ­γε­θος της θυ­σί­ας του. Την ερ­χό­με­νη χρο­νιά συμπλη­ρώ­νο­νται 30 χρό­νια α­πό την τουρ­κική ει­σβο­λή, θε­ω­ρού­με χρέ­ος να α­να­φερ­θού­με στην ι­στο­ρί­α του Παρ­σέχ Πι­πε­ριάν. Εμείς συνα­ντή­σα­με την α­δελ­φή του Βι­κτό­ρια και πα­ρα­θέ­του­με με­ρι­κά εν­δια­φέ­ρο­ντα απο­σπά­σμα­τα α­πό τη συ­ζή­τη­ση που α­κο­λού­θη­σε.

H οι­κο­γέ­νειά μας κα­τά­γε­ται α­πό την Κιου­τά­χεια της Μι­κράς Α­σί­ας και α­σχο­λού­νταν με την καλ­λιέρ­γεια και ε­πε­ξερ­γα­σί­α της πι­πε­ριάς α­πό ό­που προ­έ­κυ­ψε και το ε­πώ­νυ­μό μας. Οι Αρμέ­νιοι της πε­ριο­χής εί­ναι πα­γκο­σμί­ως γνω­στοί για την ι­διαί­τε­ρη τε­χνο­τρο­πί­α και αι­σθη­τι­κή τους στην κε­ρα­μι­κή.

Ο πα­τέ­ρας μου ήρ­θε στην Ελ­λά­δα πο­λύ μι­κρός και α­σχο­λήθη­κε με την τέ­χνη αυ­τή.

Άρ­χι­σε να ερ­γά­ζε­ται σε έ­να α­πό τα ερ­γα­στή­ρια κε­ρα­μι­κής που α­νοί­ξα­νε στα τέ­λη της δε­κα­ε­τί­ας του ’20, στο Φά­λη­ρο και το Μα­ρού­σι. Ζω­γρά­φι­ζε κε­ρα­μι­κά δί­πλα στον θεί­ο του, τον Αγκόπ Κα­ρα­μπα­τζα­κιάν, ε­ξαίρετο καλ­λι­τέ­χνη, έρ­γα του ο­ποί­ου ε­κτί­θε­νται σή­με­ρα στην Βου­λή. Ό­ταν τα ερ­γα­στή­ρια έ­παυσαν να λει­τουρ­γούν στη διάρ­κεια της κα­το­χής, ά­νοι­ξε μπα­κά­λι­κο στο Δουρ­γού­τι, στα «Ι­τα­λι­κά». Τα παι­δι­κά μας χρό­νια τα πε­ρά­σα­με ε­κεί. Μέ­να­με α­πέ­να­ντι α­πό την αρμε­νι­κή Κα­θο­λι­κή εκ­κλη­σί­α, στην ο­δό Ρε­νέ Πυώ.

Ο πα­τέ­ρας μου ή­ταν άν­θρω­πος της εκ­κλη­σί­ας. Μπο­ρεί να μην ή­ταν πλού­σιος, ω­στό­σο ζού­σα­με σχε­τι­κά ά­νε­τα. Ήμα­σταν μια α­γα­πη­μέ­νη οι­κο­γέ­νεια χω­ρίς ι­διαί­τε­ρα προ­βλή­μα­τα.

Στον α­δελ­φό μου ά­ρε­σε ο α­θλη­τι­σμός, ή­ταν μέ­λος της ο­μά­δας μπά­σκετ και βό­λε­ϊ της Αρ­με­νι­κής, φοί­τη­σε στο αρ­με­νι­κό σχο­λείο, ή­ταν δε­μέ­νος με την κοι­νό­τη­τα και συμμετείχε σε διά­φο­ρες δρα­στη­ριό­τη­τες.

Δυ­στυ­χώς, η νε­ό­τη­τά μας συ­νέ­παι­σε χρό­νι­κα με την πε­ρί­οδο της Χού­ντας. Δεν μπο­ρού­σα­με να εκ­φρα­στού­με ε­λεύ­θε­ρα. Η κατά­στα­ση ή­ταν τρα­γι­κή, ι­διαί­τε­ρα για ε­μάς τους νέ­ους.

Ε­κεί­νη την ε­πο­χή ή­ταν που ο Παρ­σέχ πα­ρου­σιά­στη­κε στον στρα­τό, αν και τό­τε, οι πε­ρισ­σό­τε­ροι Αρμέ­νιοι δεν υ­πη­ρε­τού­σαν, ό­πως και ο με­γά­λος μου α­δελ­φός. Η κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα των στρα­τιω­τών στα στρα­τό­πε­δα ή­ταν α­φό­ρη­τη, η ψυ­χο­λο­γι­κή και σω­μα­τι­κή βία ή­ταν κα­θη­με­ρινή.

Ο Παρ­σέχ ή­ταν α­νοι­χτό­μυα­λος, με ε­λεύ­θερο πνεύ­μα. Ε­πει­δή ή­ταν ι­δε­ο­λό­γος ζή­τη­σε να με­τα­τε­θεί στην Κύ­προ και να πο­λε­μή­σει κα­τά των Τούρ­κων. Στην εύ­λο­γη απο­ρί­α μου για αυ­τήν την ξαφ­νι­κή του α­πό­φα­ση α­πά­ντη­σε χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «έ­τσι ό­πως εί­ναι τα πράγ­μα­τα ε­δώ θα με βά­λουν να σκο­τώσω τον α­δελ­φό μου. Του­λά­χι­στον στην Κύ­προ ε­άν εί­ναι να σκο­τώ­σω κά­ποιον, αυ­τός θα εί­ναι ο ε­χθρός…».

Ο Παρ­σέχ εί­χε έ­ντο­να πα­τριω­τι­κά αι­σθή­μα­τα και θε­ω­ρούσε ό­τι έ­χει έ­να χρέ­ος να ξε­πλη­ρώ­σει α­πένα­ντι στις οι­κο­γέ­νειες των γο­νιών μας, που και οι δύ­ο ξε­κλη­ρί­στη­καν στη Γε­νο­κτο­νί­α. Τε­λι­κά τον ε­πέ­λε­ξαν να πά­ει να πο­λε­μή­σει στην Κύ­προ. Μια μέ­ρα μου τη­λε­φώ­νη­σε και α­νέ­φε­ρε ό­τι «εί­ναι κα­λά, να μην α­νη­συ­χού­με και ό­τι εί­ναι πο­λύ πε­ρή­φα­νος που κα­τά­φε­ρε να πά­ρει το αί­μα του πί­σω… για τους παπ­πού­δες μας….».

Έ­χου­με βά­σι­μες πλη­ρο­φο­ρί­ες α­πό έ­ναν φί­λο του και μί­α νο­σο­κό­μα ό­τι ο Παρ­σέχ τραυ­μα­τί­στη­κε και νο­ση­λεύ­τη­κε στο 401 στρα­τιω­τι­κό νο­σο­κο­μεί­ο στην Α­θή­να, το κα­λο­καί­ρι του ‘74, κα­θώς εί­χα­με χά­σει ε­πα­φή μα­ζί του. Στις 15 Αυ­γού­στου έ­λη­ξε ο πό­λε­μος και έ­γινε ε­κε­χει­ρί­α. Κα­τά τη διάρ­κειά της, οι Τούρ­κοι πε­ρι­κύ­κλω­σαν το στρα­τόπε­δο της ΕΛ­ΔΥΚ και ε­πι­τέ­θη­καν με βα­ρύ ο­πλι­σμό και ε­μπρη­στι­κές βόμ­βες. Δεν έ­γι­νε μά­χη. Τα παι­διά μας κά­η­καν σαν τα πο­ντί­κια, διό­τι λόγω της ε­κε­χει­ρί­ας δεν πε­ρί­με­ναν ε­πίθε­ση. Α­πό ε­κεί­νη την η­μέ­ρα τη­λε­φω­νού­σα­με κα­θη­με­ρι­νά στη διοί­κη­ση για να μά­θουμε νέ­α για τον α­δελ­φό μου. Η μό­νη α­πά­ντη­ση ή­ταν: «…δεν εί­ναι σε κα­μία λί­στα. Ού­τε στους θα­νό­ντες, ού­τε στους α­γνο­ουμέ­νους, ού­τε στους τραυ­μα­τί­ες, Ά­ρα εί­ναι κα­λά…».

Στις 20 Αυ­γού­στου γέν­νη­σε η νύ­φη μου και εμείς πα­νη­γυ­ρί­ζαμε το τέ­λος του πο­λέ­μου. Πι­στεύ­α­με ό­τι ο Παρ­σέχ ζού­σε και θα ε­πέ­στρε­φε σύ­ντο­μα! Τε­λι­κά, στις 24 του μη­νός ε­νη­με­ρω­θή­κα­με για τον θά­να­τό του. «Έ­πε­σε μα­χό­με­νος υ­πέρ πί­στε­ως και πα­τρί­δος» μας εί­παν.

Τό­τε τα­ξί­δε­ψα στην Κύ­προ και δια­πί­στω­σα ό­τι εί­χε τα­φεί σε ομα­δι­κό τά­φο, σε ά­γνω­στη το­πο­θε­σί­α, α­πό την ει­ρη­νευ­τι­κή δύ­να­μη του Ο­Η­Ε που ή­ταν ε­πι­φορ­τι­σμέ­νη με την α­νταλ­λαγή των νε­κρών. Αυ­τό ή­ταν το με­γα­λύ­τε­ρο πλήγ­μα για την οικο­γέ­νειά μας. Ή­ταν γρα­φτό α­πό το Θε­ό ο Παρ­σέχ να θυ­σια­στεί στην Κύ­προ και ε­μείς, η οικο­γέ­νειά του, να μην έ­χου­με τη δυ­να­τό­τητα έ­στω να προ­σευ­χη­θού­με στο μνή­μα του.

Δεν γνω­ρί­ζου­με τις α­κρι­βείς συν­θή­κες των γε­γο­νό­των στο στρα­τό­πε­δο της ΕΛΔΥΚ κα­τά την τουρ­κι­κή ε­πί­θε­ση.

Σύμ­φω­να με φή­μες, ο Παρ­σέχ στη διάρ­κεια της ε­πί­θε­σης εί­πε στους συ­να­δέλ­φους του να ο­πι­σθο­χω­ρή­σουν για να γλι­τώ­σουν και πα­ρέ­μει­νε μό­νος με σκο­πό να κα­θυ­στε­ρή­σει την προ­έ­λα­ση του ε­χθρού. Στα λί­γα αυ­τά λε­πτά πριν πέ­σει η μοι­ραί­α βόμ­βα κα­τά­φε­ρε να ε­ξου­δετε­ρώ­σει κά­ποιους τούρ­κους στρα­τιώτες και έ­ναν α­ξιω­μα­τι­κό.

Κά­πο­τε ί­σως θα μά­θου­με τι α­κρι­βώς συ­νέ­βη ε­κεί τον Αύγου­στο του 1974.

Ε­μείς δεν θα ξε­χά­σου­με τα η­ρω­ι­κά αυ­τά παι­διά που θυ­σιά­στη­καν α­γω­νι­ζό­με­να ε­να­ντί­ον του Τούρ­κου κα­τα­κτη­τή.

Categories
Αύγουστος

Ο Σολής ανέβασε στους ώμους του ολόκληρο τον Ελληνισμό

Συνεπαρμένος μονάχα από την άγρια μαγκιά του και τον ηρωικό ξάδελφό του, ο Σολής ανέβασε στους ώμους του ολόκληρο λαό. Ήταν δύσκολο να γίνει τότε κατανοητό πως εκείνο το «πάμε να κατεβάσουμε τη σημαία τους» περιείχε κάθε γράμμα του επαρκή Ύμνου εις την Ελευθερίαν. Σκαρφαλώνοντας, ο Σολωμός, με μια περηφάνεια ικανή να διαχυθεί σ’ όλο τον κόσμο που τον έβλεπε, καλυπτόταν από μια άλλη σημαία. «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βια μετράει τη γη», σιγοτραγουδούσαν μαζί του ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, ο Χριστόδουλος Σώζος, ο Ονούφριος Κληρίδης, ο Αυξεντίου, ο Μάτσης, ο Καραολής, ο Δημητρίου, ο Παλληκαρίδης, ο Τάσος Μάρκου, ο Τάσος Ισαάκ. Εκείνη τη μέρα, ο Σολής δεν τυφλώθηκε από κανένα μίσος.

Η ψυχή του ήταν ορθάνοικτη, αγάπησε εκ νέου την πατρίδα του κι ανέβασε τους συμπατριώτες του στη συμβολική αυτή ανηφοριά του. «Θα πάρω μιαν ανηφοριά, θα πάρω μονοπάτια», συλλογιζόταν. Ούτε τρελός ήταν ούτε εμμονές είχε. Ο 26χρονος Σολωμός Σολωμού γνώριζε πολύ καλά τι έκανε. Νηφάλιος και ψύχραιμος, με μια σιγουριά που φαινόταν όταν έσπρωχνε το χέρι του κυανόκρανου, ανηφόρισε στη λευτεριά, «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά». Δεν θα σταματούσε στην κατοχική σημαία, δεν τον σταμάτησαν οι σφαίρες του φονιά. Συνυπέγραψε με τον Τάσο την ελευθερία των επόμενων γενιών. Χαιρέτισε τη λευτεριά και προχώρησε όσο ήθελε. Χαϊδεύοντας την Αμμόχωστό του και φιλώντας το χέρι του συνοδοιπόρου του.

Κουβαλώντας την αντίσταση μέχρι την όμορφη Κερύνεια. «Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά».

Categories
Αύγουστος

Ο δολοφόνος του Σολωμού Σολωμού

Τον Αύγουστο του 1996, o Σολωμός Σολωμού έμελλε να γίνει το σύμβολο της ελευθερίας για τη σύγχρονη Κύπρο όταν έπεσε νεκρός από τις σφαίρες των κατοχικών αρχών ενώ προσπαθούσε να κατεβάσει την τουρκική σημαία στο οδόφραγμα στη Δερύνεια.

Το κλίμα ήταν ήδη τεταμένο στις 14 Αυγούστου λόγω του ότι προηγήθηκε την ίδια μέρα η κηδεία του ξαδέλφου του Σολωμού, Τάσου Ισαάκ ο οποίος φονεύθηκε στις Αυγούστου από τούρκους έποικους και Τ/κ.

Ομάδα Ε/κ με το Σολωμό Σολωμού ανάμεσα τους μετέβησαν στο οδόφραγμα της Δερύνειας προκειμένου να καταθέσουν στεφάνια στο χώρο της δολοφονίας του Τάσου Ισαάκ.

Μόλις πλησίασαν οι Ε/κ, οι Τούρκοι άνοιξαν πυρ εναντίον τους τραυματίζοντας αρκετούς κυανόκρανους των ΗΕ.

Τα πράγματα πλέον είχαν ξεφύγει και ο Σολωμός Σολωμού άρχισε να κατευθύνεται προς τον ιστό της σημαίας. Ένας κυανόκρανος προσπάθησε να το συγκρατήσει. Δευτερόλεπτα αργότερα, κι ενώ είχε ανέβει μέχρι τα μισά του ιστού, ακούγονται οι πυροβολισμοί και ο Σολωμός πέφτει στο έδαφος.

Οι δολοφόνοι του Σολωμού Σολωμού

Για τις δολοφονίες των Ισαάκ και Σολωμού εκδόθηκαν 11 διεθνή εντάλματα σύλληψης. Οι δολοφόνοι είναι καταζητούμενοι από την Interpol αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν συλληφθεί αφού ούτε η Τουρκία ούτε αρκετά άλλα κράτη που ελέγχονται από αυτήν είναι πρόθυμοι να εκτελέσουν τα εντάλματα.

Ο δολοφόνος “Υπουργός”

Οι ανακριτές του Αρχηγείου της Αστυνομίας μετά από έρευνες που διεξήγαγαν, εντόπισαν τους δολοφόνους και εναντίον τους εκδόθηκαν διεθνή εντάλματα σύλληψης.

Ένας από τους δολοφόνους του Σολωμού Σολωμού ήταν ο έποικος πρώην αξιωματικός του τουρκικού στρατού Κενάν Ακίν ο οποίος όταν πυροβόλησε τον 26χρονο Ε/κ ήταν υπουργός του ψευδοκράτους και πράκτορας των Τουρκικών μυστικών δυνάμεων.

Ο Κενάν αναγνωρίστηκε από τις φωτογραφίες των ξένων δημοσιογράφων την ώρα που σημάδευε και πυροβολούσε το Σολωμού. Η ιντερπόλ μετά από ευρωπαϊκή απόφαση καταζητεί και τον επικήρυξε με το ποσό των 460 χιλιάδων ευρώ.

Ο δολοφόνος του Σολωμού μίλησε πριν μερικά χρόνια σε Έλληνα δημοσιογράφο και ανέφερε με περισσό θράσος : «Τον πυροβόλησα και θα τον πυροβολούσα και πάλι». Μερικούς μήνες μετά , το 2009 κατέβηκε στις ψευδοεκλογές με το κόμμα της Ελευθερίας και Μεταρρύθμισης και με τους τουρκοκύπριους να το θεωρούν εθνικό ήρωα!

Από την πρώτη στιγμή ο Ακίν παραδέχθηκε ότι πυροβόλησε αλλά αρνείται ότι κάποια από τις σφαίρες του πέτυχε το Σολωμό Σολωμού και επικαλείται την ύπαρξη βαλλιστικής έρευνας των τ/κ «αρχών» η οποία τον αθωώνει.

Η πορεία του δολοφόνου της Δερύνειας στην πολιτική στέφθηκε πράγματι με μεγάλη επιτυχία αφού διετέλεσε και «Υπουργός» Γεωργίας κατά τη διάρκεια της «προεδρίας» του Ραούφ Ντενκτάς.

Αγκαλιές και φιλιά με τον Ακιντζί

Το 2015 ο τηλεοπτικός και φωτογραφικός φακός παρουσίασε τον Ακίν να στέκεται δίπλα από τον ηγέτη των κατεχομένων Μουσταφά Ακιντζί σε εκδήλωση με αφορμή τα εγκαίνια του έργου μεταφοράς νερού από την Τουρκία.

Ο Ακίν συμμετείχε στους εορτασμούς, από την εξέδρα των επισήμων και δίπλα από τον Τούρκο Πρόεδρο, τον Πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου, τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακκιντζί και τα μέλη του Συνδέσμου Βετεράνων Πολεμιστών της τουρκανταρσίας και στην τουρκική εισβολή του 1974.

Πηγή: offsite

Categories
Αύγουστος

«Αν είχα χίλιους σαν και δαύτον. Τέτοιους άντρες θέλω».

“Το 1990, ο 18χρονος Τάσος Ισαάκ από το Παραλίμνι υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία σε φυλάκιο μονάδας Πεζικού στη Δερύνεια.

Ενώ έκανε σκοπιά, οι κατοχικοί στρατιώτες από το απέναντι φυλάκιο άρχισαν να τον βρίζουν και να τον πειράζουν κάνοντας αισχρές χειρονομίες. Ο Τάσος δεν είπε τίποτε σε κανέναν. Τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας αποφάσισε να μπει στην τουρκοκρατούμενη ζώνη, ημίγυμνος έχοντας μαζί του ένα μαχαίρι και να αφαιρέσει την τουρκική σημαία από το κατοχικό φυλάκιο. Το επόμενο πρωί έκαψε την τουρκική σημαία, γιουχαϊζοντας προς την κατεχόμενη πλευρά.

Το περιστατικό προκάλεσε πρόβλημα στα Ηνωμένα Έθνη και ο διοικητής του οργισμένος ανέφερε πως θα τον στείλει στρατοδικείο. «Εσύ δεν θα με στείλεις γιατί είσαι Κρητικός», του απάντησε ο νεαρός στρατιώτης και ο διοικητής στρεφόμενος προς άλλους αξιωματικούς είπε: «αν είχα χίλιους σαν και δαύτον. Τέτοιους άντρες θέλω. Είσαι δυνατός και παλικάρι, 30 Τάσους να είχε η Κύπρος, δεν θα τολμούσε να πατήσει ούτε ένας Τούρκος σε τούτο το νησί»….”

Categories
Αύγουστος

“Τον είδαμε να καίγεται σαν λαμπάδα”

Ο Αρτέμιος Φραντζέσκου αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο του χωριού του και στη συνέχεια ρίχτηκε στη βιοπάλη. Εργαζόταν ως μηχανουργός.



Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ από την αρχή του αγώνα και ηγήθηκε του κλιμακίου της οργάνωσης στο χωριό του. Μεταξύ άλλων, είχε την ευθύνη κατασκευής εκρηκτικών υλών και πυρομαχικών, πράγμα που έκανε στο τοπικό οίκημα της OXEN και σ’ αυτό το σπίτι του. Η παραγωγή του σε πολεμικό υλικό κάλυπτε τις ανάγκες της ΕΟΚΑ σε μεγάλη περιοχή πέρα από την Αθηένου.

Το βράδυ της 11ης προς τη 12η Αυγούστου 1956, ενώ ο Αρτέμος με άλλους συνεργάτες του κατασκεύαζε την πυρίτιδα στο σπίτι του, ξαφνικά μια σπίθα έπεσε στο τενεκεδένιο κιβώτιο με το εύφλεκτο υλικό.

“Ο Αρτέμος”, αφηγείται συναγωνιστής του, “αρπάζοντας το θάνατο αγκαλιά, όρμησε έξω και μας γλίτωσε. Είδαμε τον αρχηγό μας να φλέγεται σαν λαμπάδα. Την επομένη, προτού τον θάψουμε, τον περιφέραμε τιμητικά στους ώμους από όλους τους δρόμους του χωριού, τυλιγμένο με την ελληνική σημαία”.

Ο θάνατος του Αρτέμου Φραντζέσκου, όπως και ο θάνατος άλλων αγωνιστών σε παρόμοιες συνθήκες, είναι ενδεικτικός των δυσκολιών που συναντούσαν οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ στην τιτάνια προσπάθεια για την ελευθερία της Κύπρου.