Categories
Μάρτιος

Όταν η βασίλισσα Ελισάβετ αρνήθηκε τη χάρη στον ήρωα Ευαγόρα Παλληκαρίδη

Ο καταλυτικός ρόλος που διαδραμάτισε η βασίλισσα Ελισάβετ ώστε να απαγχονιστούν εννέα Ελληνοκύπριοι αγωνιστές της ΕΟΚΑ το 1955-1957.

Αν και υπήρξε σύμβολο ενότητας, υπάρχουν και μελανές σελίδες που αφορούσαν τον Ελληνισμό όπως η μη απονομή χάριτος από τη νεαρή τότε βασίλισσα στους Κύπριους αγωνιστές, Μιχαλάκη Καραολή, Ανδρέα Δημητρίου και Ευαγόρα Παλληκαρίδη κατά τη δεκαετία του 1950.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να οδηγηθούν στην αγχόνη στις Κεντρικές Φυλακές της Λευκωσίας από τις βρετανικές δυνάμεις της Κύπρου.

Όπως γνωρίζουμε ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου, στις 26 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη. Στην οικογένεια του Ευαγόρα ανήκει – δεύτερος ξάδερφος – και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.

Πέρασε τις 6 τάξεις του Δημοτικού σχολείου με άριστα. Την 1η Απριλίου 1953, ο Ευαγόρας πρωταγωνιστεί σε διάφορες διαδηλώσεις κατά των Άγγλων. Συγκεκριμένα, στις 2 Ιουνίου θα γινόταν η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ.

Η καταστολή της αγγλικής σημαίας πριν τη στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ
Στην Αγγλία και σε όλες τις αποικίες γίνονταν προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Στην Πάφο στο «Ιακώβιο Γυμναστήριο» αναρτάται η αγγλική σημαία, γεγονός που εξοργίζει τους μαθητές.

Παραμονή της στέψης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολεγίου οργάνωσαν διαδήλωση με αίτημα να υποσταλεί η αγγλική σημαία και να εκκενωθεί το γήπεδό τους από στρατιώτες και αστυνομικούς.

Ο 15χρονος τότε Ευαγόρας αναρριχάται στον ιστό, κατεβάζει και σκίζει την αγγλική σημαία: το γεγονός αυτό έδωσε το έναυσμα για επέκταση των διαδηλώσεων.

Οι μαθητές και το πλήθος συγκρούονται με την αστυνομία, η οποία ενισχύεται από Τούρκους.

Ο διοικητής στέλνει διαταγή να αποσυρθούν οι αστυνομικοί, γιατί δεν έπρεπε η στέψη της βασίλισσας να αμαυρωθεί με αίμα. Έτσι οι μαθητές παρέσυραν ό,τι είχε σχέση με τους εορτασμούς για την στέψη.

Η Πάφος έγινε το μόνο μέρος όπου δεν γιορτάστηκε η στέψη. Ο Ευαγόρας συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος λόγω της μικρής του ηλικίας.

Σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό.

Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγίες.

Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου. Ήταν η αρχή του τέλους.

Το σημείωμα του Ευαγόρα Παλληκαρίδη στους συμμαθητές του
Μια μέρα πριν τη δίκη, μπαίνει κρυφά στο σχολείο και αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα:

Παλιοί συμμαθηταί,

Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ, θα μπω σ΄ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ΄ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά. Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα μ΄ βρει εκεί.

Ο 18χρονος πλέον Ευαγόρας Παλληκαρίδης κατηγορήθηκε ότι έφερε οπλισμό. Παρά τις εκκλήσεις των δικηγόρων του, ο Παλληκαρίδης παραδέχθηκε ότι ήταν μέλος του ΕΟΚΑ, ότι ήθελε την ελευθερία της πατρίδας του και ότι έκανε αυτό που ήταν το καθήκον του.

Η βασίλισσα Ελισάβετ αρνήθηκε να δώσει χάρη
Οι δικηγόροι του έστειλαν τηλεγράφημα στην Ελισάβετ που θα μπορούσε να δώσει χάρη με μία της λέξη. Η βασίλισσα, όμως, δεν απάντησε καν στο τηλεγράφημα.

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης απαγχονίστηκε στις 14 Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 18 ετών.

Στη δίκη του ο Παλληκαρίδης δεν άφησε περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού παρά τις αντιρρήσεις τους παραδέχθηκε την ενοχή του:

Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.

Την επόμενη μέρα της καταδίκης του Παλληκαρίδη, οι μαθητές του Γυμνασίου Πάφου απείχαν από τα μαθήματά τους σε ένδειξη διαμαρτυρίας και έστειλαν τηλεγράφημα στον Χάρτινγκ, με το οποίο του ζητούσαν να απονεμηθεί χάρη στον Ευαγόρα. Όλος ο κόσμος αρχίζει μια προσπάθεια να σώσει τον νεαρό μαθητή.

Η Ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να αποτρέψει την εκτέλεσή του. Η Κυπριακή αδελφότητα Αθηνών ζητά προσωπική παρέμβαση του βασιλιά Παύλου. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα προς την Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη.

Ο Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος, ο Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, ο δήμαρχος Λευκωσίας κ. Δέρβης, 40 Εργατικοί Άγγλοι βουλευτές, συντεχνίες, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος, ο Αμερικανός Γερουσιαστής Fulton, απλοί πολίτες προσπαθούν να ματαιώσουν αυτή την εκτέλεση. Ο Χάρτινγκ όμως και η Αγγλική διπλωματία απορρίπτει την απονομή χάριτος.

Τα τελευταία του λόγια
Ο Ευαγόρας στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει:

Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.

Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.

Πηγή: enimerotiko.gr

Categories
Μάρτιος Νέα

Τα τελευταία του λόγια..

Ως γνωστό ο εκλιπών Αυγουστής Ευσταθίου ήταν ο παλαιότερος αντάρτης του Γρηγόρη Αυξεντίου. Όπως η μοίρα ήθελε να το φέρει, οι δυο τους έζησαν μαζί τις τελευταίες στιγμές του υπαρχηγού της ΕΟΚΑ στο κρυσφήγετο του Μαχαιρά.

Μια από τις τελευταίες κουβέντες όπως αφηγείται ο Αυγουστής, ήταν όταν ο Αυξεντίου αρνήθηκε να του δώσει τσιγάρο γιατί “τον βλάφτει” όπως του ανάφερε. Ο Ματροζος απάντησε, “Μα τωρά μάστρε που θα πάμε μαζί τζιηπανω”΄; δείχνοντας τον ουρανό. Και τότε ο Αυξεντίου του απαντά:

“Δεν επεθάναμε ρε Ματρόζο. Αλλά και να έρθουν έτσι τα πράγματα που η πατρίδα θα απαιτήσει να δώσουμε την ζωή μας, δεν το ξέραμε όταν ενταχθήκαμε στην οργάνωση; Εμείς Ματρόζο εσπείραμε τον σπόρο. Άλλοι θα θερίσουν “.

Δευτερόλεπτα μετά, το κρυσφήγετο γίνεται παρανάλωμα του πυρός. Ο Αυγουστής γυρίζει προς τον Αυξεντίου ο οποίος καίγεται ολόκληρος, και όταν τον αντικρύζει φωνάζει:

“Α Παναγία μου”.

Και ο Αυξεντίου ξεπερνώντας την ιδέα του θανάτου του απαντά: “Μην φοβάσαι Ματρόζο, μην φοβάσαι”.

Ήταν η τελευταία τους κουβέντα..

Categories
Μάρτιος

Οι τελευταίες στιγμές του Γρηγόρη Αυξεντίου όπως τις αφηγήθηκε ο Αυγουστής Ευσταθίου

Στο πιο κάτω βίντεο, θα παρακολουθήστε την αφήγηση του Αυγουστή Ευσταθίου για την Μάχη του Μαχαιρά όπως την έζησε ο ίδιος:

Categories
Μάρτιος Νέα

Νίτσα Χατζηγεωργίου, το ιερό σκεύος του αγώνα της ΕΟΚΑ

ΟΣΑ και να γραφούν για το δράμα που ζούσε η Νίτσα Χατζηγεωργίου, ιδίως μετά την εκδικητική απόλυσή της από τα Τμήμα Στατιστικής στο οποίο εργαζόταν, δεν μπορούν να καλύψουν το εύρος του εναντίον της πολύπλευρου «πολέμου». Ενός «πολέμου», που είχε οδυνηρές επιπτώσεις στην υγεία της, επιπλέον των ψυχοσωματικών πληγών που της προκάλεσαν βασανιστήρια των Άγγλων στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα.

«Πολέμου», στον οποίο προστέθηκαν και οι ανυπέρβλητες δυσκολίες επιβίωσης της ίδιας και της μητέρας της.

ΔΕΝ ήθελε να δει κανένα η Νίτσα, δεν καθόταν, δεν ησύχαζε. Όπου πήγαινε ζητώντας δουλειά, την έδιωχναν. Την έβλεπαν στο δρόμο και έστριβαν το κεφάλι με αποστροφή. Είχαν τόση δύναμη, λόγω σχέσεων με την εξουσία οι διώκτες της, που δεν άφηναν τίποτε που δεν το έκαναν εναντίον της. Εκνευριζόταν, απογοητευόταν, εξοργιζόταν για τη συμπεριφορά αυτή και δεν ήταν λίγες οι φορές που γινόταν εκτός εαυτού. Είχε φτάσει στο σημείο να της μιλά κάποιος, ακόμα και πρώην συναγωνιστές της, και να αφρίζει από θυμό. Σε συναγωνιστή της, για παράδειγμα, που τη βρήκε μια μέρα σε δρόμο της Λευκωσίας και σταμάτησε προθυμοποιούμενος να τη μεταφέρει σπίτι της στον Άγιο Δομέτιο, φώναξε με οργή: «Εν θέλω τίποτε, εκτός που έναν πιστόλι, να καθαρίσω τους προδότες!..»

Κάποιοι επιβουλεύονταν τη ζωή της

ΜΕΣΑ σ’ αυτό το εκρηκτικό κλίμα ζούσε καθημερινά η αγωνίστρια Νίτσα. Δεν έπαυε όμως στιγμή να καταφέρεται εναντίον των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, γεγονός που εξαγρίωνε περισσότερο όσους και όσες δεν τη χώνευαν. Αναζητούσαν τρόπο να της κλείσουν το στόμα αλλά δεν εύρισκαν, γιατί κανένας, ούτε από το περιβάλλον της, δεν μπορούσε να την επηρεάσει. Έβαζαν ακόμα και γνωστούς της να της υποβάλλουν ότι θα είχε να υποφέρει εξαιτίας της συμπεριφοράς της αυτής. Δεν τους λάμβανε υπόψη, τονίζοντας πάντα ότι ήταν ελεύθερη να λέει τη άποψή της, είτε άρεσε αυτή είτε όχι. Ποτέ δεν μπορούσε, όμως, το μυαλό της να πάει στο κακό. Ότι λίγοι ή πολλοί θα έφταναν στο σημείο να σκέφτονται ακόμα και την εξαφάνισή της από τη ζωή. Ως εκεί εκτεινόταν, δυστυχώς, η «δημοκρατικότητά» τους, ο «σεβασμός» προς τη ζωή συνανθρώπων τους, η «προσήλωσή» τους στην ελεύθερη διακίνηση ιδεών και απόψεων.

ΚΑΙ δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο τσαμπουκάς αυτός στηριζόταν στο γεγονός ότι είχαν την απόλυτη κάλυψη της εξουσίας. Ότι η εξουσία αποτελούσε τη θωράκισή τους. Αισθάνονταν ισχυροί πέρα για πέρα, γεγονός που τους έκανε υπερφίαλους και προκλητικούς. Ότι δεν είχαν υποχρέωση να δώσουν λογαριασμό σε κανένα. Ότι μπορούσαν να δικάζουν και να καταδικάζουν ανθρώπινες υπάρξεις στο «τσάκ-τσάκα». Ότι κρατούσαν και το κρέας και το μαχαίρι!..

Πέθανε στα χέρια των στραγγαλιστών της!..

ΑΥΤΑ όλα μέχρι τις 10 Μαρτίου 1968 το βράδυ, που ήταν και το τελευταίο για τη Νίτσα. Το μοιραίο εκείνο βράδυ, κατά το οποίο οι μοχθηροί διώκτες της έθεσαν σε ενέργεια το ανόσιο έργο τους και το υλοποίησαν. Δεν προέκριναν άλλο τρόπο θανάτωσής της από τον στραγγαλισμό της, μέσα στο ίδιό της το σπίτι μάλιστα. Τόσο ήταν το θράσος και η έπαρσή τους

Η ΝΙΤΣΑ πέθανε στα χέρια των στραγγαλιστών της…Η ωραία εξαίσια ύπαρξη, η ανεπανάληπτη αγωνίστρια, το σε αφόρητο βαθμό καταφρονεμένο εκείνο πλάσμα του Θεού, άφησε αναπάντεχα τον ψεύτικο αυτό κόσμο σε ηλικία ζωντάνιας και ακμής. Παρέδωσε το πνεύμα με βίαιο και αποτρόπαιο τρόπο, δίδοντας τη χαρά της εκδίκησης στους αιμοδιψείς δημίους της. Οι οποίοι, αφού βεβαιώθηκαν για τη μετάστασή της στην άλλη ζωή, χωρίς καμιά καθυστέρηση την ξάπλωσαν στο κρεβάτι της, έβαλαν τα χέρια της μπροστά και πάνω από αυτά μια Καινή Διαθήκη! Προφανώς, για να δώσουν την εντύπωση ότι πέθανε φυσιολογικά ενώ διάβαζε. Που, βέβαια, αν έτσι ήταν, το ιερό βιβλίο δεν θα βρισκόταν πάνω από τα χέρια της, αλλά μέσα ή κάτω από αυτά.

Οι στραγγαλιστές έσπευσαν τότε να φύγουν στη σιγαλιά της νύχτας και υπό την κάλυψη του σκότους. Αυτό που ήθελαν να κάνουν το πέτυχαν και η ψυχή τους «ησύχασε». Η φωνή της «αντιπάλου» τους Νίτσας Χατζηγεωργίου σίγησε για πάντα και η ευχαρίστηση πλημμύρισε δια μιας τη μαύρη ψυχή τους. Ότι ήταν μέρες του Τριωδίου καθόλου δεν βάραινε τη ψυχή τους. Το στάδιο μετάνοιας, προσευχής, νηστείας, και προπαρασκευής για τον άξιο γιορτασμό των Παθών του Κυρίου και της Ανάστασής του που περνούσε το διάστημα εκείνο ο κάθε Χριστιανός, δεν είχε καμιά αξία γι’ αυτούς. Καθόλου δεν τους συγκινούσαν οι ωδές του Ακάθιστου Ύμνου προς την Παναγία. Η Κυριακή της Ορθοδοξίας, της Σταυροπροσκύνησης, η πνευματική άνοδος του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, η βαθειά και συνειδητή μετάνοια της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Όλα είχαν σβηστεί και χαθεί από τη ψυχή τους και τα αντικατέστησαν με τις επιταγές του Σατανά…

Ω, ανόσιον έργον απροσμέτρητον! Ω, δαιμόνων μίσος και μοχθηρία απύθμενος!..

ΜΙΛΟΥΜΕ για στραγγαλιστές της Νίτσας, δηλαδή πέραν του ενός προσώπων, γιατί ένα έγκλημα αυτού του τύπου δεν μπορούσε να το εκτελέσει έναν και μόνο άτομο. ΟΙ δράστες πρέπει να ήσαν πέραν του ενός, αλλά και για δυο άλλους σημαντικούς λόγους: Για την αντιμετώπιση πιθανής αντίδρασης του θύματος, αλλά και για την τέλεια επιτυχία του εγκλήματος. Το ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν όπλο ή μαχαίρι, με τα οποία μπορεί να δράσει από μόνος του ένας εγκληματίας, λέει πολλά. Αντίθετα, οι φονείς της προέκριναν την απεχθέστατη μέθοδο του στραγγαλισμού, την τόσο φρικτή και ακραία, μετουσιώνοντας σε πράξη τη γνωστή φράση πολλών στην Κύπρο, «θα τον/την πεθάνω με τα ίδιά μου τα χέρια»!

Ιατροδικαστής: «Ναι, ήταν στραγγαλισμός»

ΤΗ νεκρή Νίτσα βρήκε το πρωί η μητέρα της. Πάνω από τα στρωσίδια. Με γαλήνιο το πρόσωπο, παρά τον συγκλονιστικό και επώδυνό της θάνατο. Η είδηση του θανάτου της παραξένεψε τους πολλούς στην Κύπρο, που τίποτε δεν ήξεραν. Μια νεότατη κοπέλα στα 37 της τι να έπαθε άραγε και πέθανε; Υπήρχαν, όμως κι εκείνοι – όχι λίγοι – που γνώριζαν το μαρτύριο που βίωνε καθημερινά και για πολλά χρόνια. Που με τίποτε δεν πίστευαν σ’ αυτό που διέρρευσε σκόπιμα, ότι αυτοκτόνησε. Όμως, ο ιατροδικαστής, που έκαμε και τη νεκροψία, ήταν απόλυτος: Η Νίτσα στραγγαλίστηκε.

ΠΟΛΛΑ χρόνια μετά, ο ιατροδικαστής Παντελής Κατελάρης είπε στον γράφοντα:

  • «Η αυτοκτονία δεν έχει τα ευρήματα της περίπτωσης της Νίτσας. Οι εκχυμώσεις στο λαιμό της ήταν χαρακτηριστικές και πειστικές. Δεν ήταν από σχοινί, οι αυλακώσεις από το σφίξιμο των χεριών και οι εκχυμώσεις από τα νύχια, δεν άφηναν καμιά αμφιβολία ότι στραγγαλίστηκε. Δεν αυτοκτονεί κάποιος σφίγγοντας το λαιμό μόνος του.»

ΦΙΛΟΣ της οικογένειας Χατζηγεωργίου, συναγωνιστής της Νίτσας, που πήγαινε για επίσκεψη τη νύχτα του στραγγαλισμού στο σπίτι της, είπε πως πλησιάζοντας είδε μια σκιά να απομακρύνεται βιαστικά, οπότε και δεν προχώρησε. Έκανε μεταβολή και αποχώρησε. Φοβήθηκε. Γνώριζε για το μίσος, την καταφρόνια και την περιφρόνηση που τύγχανε η Νίτσα, κι αυτό μέτρησε πολύ την ώρα εκείνη.

ΤΟ αν έγιναν ανακρίσεις από την Αστυνομία για το θάνατο της Νίτσας και ποιες, ποτέ δεν έγινε γνωστό. Σίγουρα συλλήψεις δεν έγιναν. Παραμένει και το έγκλημα αυτό στον μεγάλο κατάλογο των ανεξιχνίαστων εγκλημάτων, που διαπράχθηκαν στα οκτώ μέχρι τότε χρόνια ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εγκλήματα, που αποτελούν όνειδος  και ντροπή για υπεύθυνους και ανεύθυνους, που βρίσκονταν τότε στην εξουσία. Μια κατάμαύρη σελίδα στα πεπραγμένα του κράτους «της ορκής του Θεού», όπως προσφυώς το αποκάλεσε ο γιατρός και πολιτευτής Θεμιστοκλής Δέρβης.

Μπουλντόζες διαλύουν τον τάφο της!

ΚΑΙ νεκρή όμως η Νίτσα, δεν έμελλε να ησυχάσει. Λίγα χρόνια μετά την ταφή της, έπιασαν δουλειά στο κοιμητήριο που αναπαυόταν μπουλντόζες, για να διευρύνουν, όπως είπαν, τον χώρο της διπλανής εκκλησίας. Ο τάφος της Νίτσας και πολλοί άλλοι ανασκάφηκαν και τα κόκαλα ξεπετάγονταν εδώ κι εκεί. Ευτυχώς, κάποιοι συναγωνιστές της αγωνίστριας φρόντισαν και μάζεψαν όσα κόκαλά της μπόρεσαν και τα προφύλαξαν σε οστεοφυλάκιο στο νέο κοιμητήριο Λευκωσίας. Η αγάπη επίσης συναγωνιστών και φίλων της οικογένειας, φρόντισαν μετά από πολλά χρόνια να στήσουν προτομή της Νίτσας στην πρόσοψη του σωματείου ΕΝΑΔ, του εθνικόφρονος σωματείου του Αγίου Δομετίου. Εκεί τιμάται κάθε χρόνο με δέηση και κατάθεση στεφάνων, μετά από το μνημόσυνό της στην παρακείμενη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.

ΜΕ βάση τα πιο πάνω, οι εχθροί της Νίτσας μπορεί να προσπάθησαν να την ξεκάμουν σε μια προσπάθεια να σβήσουν τη σπάνια εθνική της δράση, όμως δεν τα κατάφεραν. Το «ιερό σκεύος» και «μαύρο πρόβατο» της ΕΟΚΑ θα υπάρχει ζωντανό πάντα στη μνήμη όσων την γνώρισαν, αλλά και ως άριστη ανάμνηση για όσους θα έρθουν μελλοντικά. Σύμβολο θυσίας για την πατρίδα και παράδειγμα ανιδιοτελούς και χωρίς όρια και φραγμούς προσφοράς από μια ολοκληρωμένη εθνική προσωπικότητα που ξεχώρισε.

ΑΙΩΝΙΑ ας είναι η μνήμη της.

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

16.3.2015

Πηγή: nikospa.wordpress.com

*Την φωτογραφία εκμοντέρνισε η σελίδα μας.

Categories
Μάρτιος

Η ανυπομονησία του Αρχηγού Διγενή κατά το βράδυ της 31ης Μαρτίου 1955

Στο πιο κάτω βίντεο, ακούστε τι επικράτησε πριν αλλά και μετά τις πρώτες εκρήξεις και την έναρξη του Αγώνα.  Ένα σύντομο ηχητικό απόσπασμα από παλιά συνέντευξη του κυρίου Γιάννη Σπανού στις 22/11/1995 με τον προσωπικό φρουρό και υπασπιστή του Αρχηγού Διγενή, Γρηγόρη Γρηγορά (εξάδελφο του ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου αλλά και αργότερα Τομεάρχη Σολέας).

Categories
Μάρτιος

Αποστολού Παντελή: Η τελευταία νύχτα του Μόδεστου

Είναι στιγμές, που με ιλιγγιώδη ταχύτητα διαπερνούν τη σκέψη σου όλα τα γεγονότα του τετράχρονου αγώνα και ειδικά το γεγονός της προσπάθειας των αγωνιστών να προκαλέσουν βραχυκύκλωμα και να βυθίσουν στο σκοτάδι την Κύπρο, με τον 31χρονο τότε Μόδεστο, παντρεμένο με δύο παιδιά, να πέφτει νεκρός στο χώμα από ηλεκτροπληξία…

Ο συγκλονισμός μου όμως μεγάλωσε, αφού συνδυάστηκε με πολλή έκπληξη και θαυμασμό, όταν είδα τη σύζυγο του ήρωα, Αποστολού, μια μαυροφορεμένη γυναίκα με το πατροπαράδοτο κυπριακό τσεμπέρι στο κεφάλι, να μας υποδέχεται με πολλή θέρμη και με τα χέρια ανοικτά, σαν γνώριμους χρόνια. Με δάκρυα χαράς να πλημμυρίζουν το πρόσωπό της. «Ευχαριστώ πάρα πολύ που με σκέφτεστε», μας είπε αυθόρμητα. «Και όποτε θέλετε, το σπίτι μου είναι ανοικτό. Είμαι πάντα συγκινημένη όταν βλέπω ανθρώπους που τιμούν τη θυσία του άντρα μου»…

Εμφανή είναι στο πρόσωπό της τα ίχνη των δυσκολιών που πέρασε τόσα χρόνια, αετίσιο όμως το βλέμμα της και καθαρή, σταθερή, η φωνή της. Αμέσως, μετά τις γνωριμίες, δεν έχασα την ευκαιρία να την παρακαλέσω να θυμηθεί το μοιραίο για τον αθάνατο άντρα της περιστατικό, που τον κατέταξε στο πάνθεο των αθανάτων της κυπριακής ελευθερίας. Κι αυτή, ολοπρόθυμα ανταποκρίθηκε. Με τη νύφη της, όμως, να την προλαμβάνει, λέγοντας δυνατά: «Πού είναι τα κανάλια τόσα χρόνια να έρθουν και να μιλήσουν με την πεθερά μου; Και γιατί αυτό;» Πικρό όντως το παράπονο και απόλυτα δικαιολογημένο, όμως εμείς δεν είχαμε απάντηση.

«Το σινεμά δεν έχει εισιτήρια για γυναίκες..»

«Ήταν», μας είπε η κυρά Αποστολού, «νωρίς το βράδυ της 31ης Μαρτίου 1955, όταν ο Μόδεστος μου είπε πως θα πήγαινε κάτω στο σωματείο, όπως συνήθιζε. Πήγε, όμως σε διάστημα λίγης ώρας επέστρεψε μαζί με τον αδελφό του Παναγιώτη και μου είπε: “Αποστολού, ντύθου να πάμε σινεμά”. Άρχισα να ετοιμάζομαι, όμως δεν πρόλαβα να τελειώσω και μου είπε πάλι:
— “Μείνε να πάμεν άλλην νύχτα και πόψε δεν έχει εισιτήρια για γυναίκες!.. Μόνον για άντρες έχει!.. Να πάμεν μιαν άλλην νύχταν, να πάρουμε και τα μωρά”. Τα μωρά μας ήταν ο Παντελής και ο Παναγιώτης. Ο πρώτος τεσσεράμισι χρονών και ο δεύτερος τριών.

Εκείνη την ώρα κτύπησε η πόρτα και άκουσα κάποιον να φωνάζει: «Μόδεστε, είσαι έτοιμος; Άτε πάμε…». Με έβαλε τότε στην αγκαλιά του και με φίλησε. Το ίδιο έκαμε και στα παιδιά, λέγοντάς τους:
– Όι να κοιμηθείτε!.. Να με περιμένετε τζι εν να ’ρτω γλήορα… Και πόψε δεν θα σας πω παραμύθι. Θα σας πω μιαν μεγάλην ιστορία. Μετά θα παίξουμεν λλίο και θα κοιμηθούμεν αγκαλιά!..

Και έφυγε. Το αυτοκίνητο που θα τον μετέφερε ήταν έξω στον δρόμο και περίμενε. Εγώ, αναμένοντας να επιστρέψει, δεν κοιμήθηκα. Καθόμουν και περίμενα. Ο αδελφός του ο Κυριάκος, που ήξερε πού θα πήγαινε, μέχρι το πρωί ήρθε αρκετές φορές και με ρωτούσε: “Αποστολού, ήρτεν ο Μόδεστος;” και, όταν του έλεγα “όχι”, έφευγε αμίλητος. Όταν ξημέρωσε η άλλη μέρα 1η του Απρίλη, ήρθε πάλι ο Κυριάκος και μου υπόβαλε την ίδια ερώτηση: “Αποστολού, ήρτεν ο Μόδεστος;” Όταν του είπα “όχι”, κούνησε την κεφαλή του, έβαλε το σταυρό του και είπε: “Παναγία μου, Παναγία μου!…’Επρεπεν να ’ρτει… Γιατί εν ήρτεν ώς τωρά; Να πάω κάτω να δω…”

«Θέλουμεν το παπάν μας!..»

Πήγε κάτω και σε λίγη ώρα επέστρεψε και μας έφερε το κακό μαντάτο: “Ο Μόδεστος εσκοτώθηκεν!..» Έβαλε τότε ο Κυριάκος τα μωρά στ’ αγκάλια του, τα φίλησε κλαίοντας και τους είπε: “Εκατάφερέν μας την ο πατέρας σας!.. Επήεν να κόψει το ρεύμαν τζιαι έπαθεν ηλεκτροπληξίαν τζι επέθανεν!”
Άρχισα τότε να κλαίω, όπως και τα μωρά, που φώναζαν: “Παπά…παπά!” και με ρωτούσαν συνέχεια εμένα: “Μάμμα, γιατί επέθανεν ο παπάς μας; Θέλουμεν τον παπάν μας!..”

Σε λεπτά μέσα, γέμισε το σπίτι μας κόσμο, που ζητούσε να μάθει πώς πέθανε ο Μόδεστος. Το τι συγκλονιστικές σκηνές διαδραματίστηκαν και πόσο κλάμα έγινε εκείνη την ημέρα, δεν μπορώ να περιγράψω. Την επομένη έγινε η κηδεία, στην παρουσία χιλιάδων κόσμου. Την κηδεία έκαμε ο Παπαγεώργιος από τη Σωτήρα, με τον οποίο ο άντρας μου ήταν φίλοι και συναγωνιστές.

Αυτό που θέλω να τονίσω τελειώνοντας, είναι ότι ο Μόδεστος προαισθανόταν ότι θα θυσιαζόταν στον αγώνα. Και μου έλεγε με κάθε ευκαιρία:

– “Αποστολού, όταν πεθάνω θέλω πάνω στον τάφον μου να κυματίζει η ελληνική σημαία!”
Κι αυτό γίνεται μέχρι σήμερα».

Πώς το ρεύμα κεραυνοβόλησε τον ήρωα

Ήταν μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 31ης Μαρτίου 1955, όταν οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ Ανδρέας Κάρυος και Μόδεστος Παντελή, προσπαθούσαν να προκαλέσουν βραχυκύκλωμα στη γραμμή υψηλής τάσης του ηλεκτρικού ρεύματος, μεταξύ Αυγόρου και Λιοπετρίου. Αυτή ήταν η διαταγή του Αρχηγού του αγώνα Διγενή, με σκοπό το γεγονός να σημάνει την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα, αλλά και να βοηθήσει τους αγωνιστές στις δυναμιτιστικές τους ενέργειες, ειδικά στην επισταθμία Δεκέλειας όπου θα δρούσε ομάδα υπό τον Γρηγόρη Αυξεντίου, πρώτο τομεάρχη Αμμοχώστου. Μαζί με τους Κάρυο και Μόδεστο, ήταν αρχικά και ο δίδυμος αδελφός του δεύτερου, Κυριάκος, ο οποίος, όμως, αποχώρησε προτού αρχίσουν την προσπάθεια. Έπρεπε ως οδηγός, να πάει σε άλλη αποστολή.

Την όλη επιχείρηση είχε σχεδιάσει ο ίδιος ο Αυξεντίου, που είχε επιλέξει έγκαιρα και το σημείο διακοπής του ρεύματος. Είχε φροντίσει να πάει επίσης στο πατρικό σπίτι του Κάρυου, απ’ όπου πήρε τα απαραίτητα: Γαλότσες, γάντια, σχοινί που ήταν ήδη έτοιμο έχοντας στη μέση αλυσίδα και δύο μεγάλα ξύλα (μορίνες) με «διχάλα» στο πάνω μέρος τους, που θα βοηθούσαν στο τράβηγμα του σχοινιού προς τα κάτω, αλλά και για να προφυλαχτούν από το ρεύμα.

Η ομάδα Λιοπετρίου είχε πάει εκείνο το βράδυ στην Αμμόχωστο, στο σπίτι του αγωνιστή Ανδρέα Παρπούνα, από τη Λύση, που ήταν πελεκάνος στο Βαρώσι. Τους είχε καλέσει εκεί ο Αυξεντίου, ο οποίος τους ανακοίνωσε ότι «αρχίζει η δράση» και ότι ο ίδιος, οι τέσσερις αδελφοί Παντελή –Μόδεστος, Κυριάκος, Χριστοφής και Παναγιώτης– όπως και οι Χρίστος Σαμάρας και Μιχαήλ Κουρτής (μετέπειτα ιερέας Λοιπετρίου) θα έπαιρναν μέρος σε επιχειρήσεις το ίδιο βράδυ. Φεύγοντας ο Αυξεντίου, μισή ώρα πριν από τα μεσάνυχτα, είχε πει στον Κυριάκο Παντελή, «να περάσετε με τον Μόδεστο και από το Αυγόρου, για να πιάσετε και τον Κάρυο και μαζί του να πάτε όπου σας πει». Πήραν πράγματι τον Κάρυο και, με την υπόδειξη του, κατέληξαν στον χώρο όπου θα γινόταν το σαμποτάζ. Ο Κάρυος είχε για όλα προσυνεννοηθεί με τον Αυξεντίου.

«Θα μείνω, για να βοηθήσουμε τ’ αδέρκια μας»

Φτάνοντας εκεί, ο Κυριάκος θύμισε στον Μόδεστο την εντολή του «Μάστρου» (Αυξεντίου), ότι δεν έπρεπε να πάρουν μέρος στην επιχείρηση και οι δύο, όμως ο Μόδεστος τού είπε: «Εγιώ δεν θα φύω! Θα μείνω με τον συμπέθερο τον Ανδρέα (Κάρυο), να βοηθήσουμε τ’ αδέρκια μας τζιαι κινδυνεύκουν!..» Επενέβη τότε ο Κάρυος που επιβεβαίωσε την εντολή του Αυξεντίου, όμως ο Μόδεστος επέμενε σε τέτοιο βαθμό, που παρέμεινε εκεί. Έτσι, αυτός που έφυγε, ήταν ο Κυριάκος.

Τον νεκρό ήρωα φορτώθηκε τότε στον ώμο ο Κάρυος και τον απέθεσε σε εμφανές σημείο του δρόμου προς το Λιοπέτρι, κάτω από ακακίες. Έτσι στη συνέχεια έτρεξε στο πατρικό του στο Αυγόρου όπου ξύπνησε τον αδελφό του Γιώργο (ο οποίος αργότερα, τον Οκτώβρη του 1958, έπεσε μαχόμενος στον Αστρομερίτη) και του σύστησε να πάρει το τρακτέρ του και να πάει στο Λιοπέτρι και να πει στις οικογένειες Παντελή (στους συμπεθέρους τους δηλαδή), ότι «ερχόμενος από το Αυγόρου, είδε στο δρόμο έναν νεκρό, που ήταν ο Μόδεστος». Με τον τρόπο αυτό, προσπάθησε και πέτυχε την απόκρυψη της πραγματικής αιτίας θανάτου του ήρωα. Για λόγους ευνόητους.

Ο Κάρυος φρόντισε επίσης να δώσει στη μητέρα του τα ρούχα που φορούσε εκείνο το βράδυ για να τα κάψει, όπως και έγινε. Την επομένη και ενώ γινόταν η κηδεία του Μόδεστου, οι αδελφοί Ανδρέας και Γεώργιος Κάρυος συλλαμβάνονταν από την Αστυνομία. Μεταφέρθηκαν στην Αμμόχωστο όπου και κρατήθηκαν για 15 μέρες αλλά, ενώ η ράχη του Ανδρέα είχε εμφανή τα ίχνη εγκαυμάτων, που προκλήθηκαν από το ρεύμα την ώρα που ο Μόδεστος υπέστη την ηλεκτροπληξία, οι Άγγλοι δεν το αντιλήφθηκαν, αφού οι ανακρίσεις με τα άγρια βασανιστήρια και τα ξεγυμνώματα δεν είχαν ακόμη αρχίσει.

Καλλιμάρμαρο μνημείο

Στον χώρο θυσίας του Μόδεστου Παντελή οι αγωνιστές Αμμοχώστου έχουν ανεγείρει καλλιμάρμαρο μνημείο, στο οποίο περιλαμβάνονται μεγάλες εγχάρακτες πινακίδες για τον ήρωα, τα ολοκαυτώματα Μαχαιρά, Δικώμου και Λιοπετρίου, τους πεσόντες σε μάχη κατά τη διάρκεια του αγώνα, όσους πέθαναν από βασανιστήρια, τους σφαγιασθέντες και δολοφονηθέντες από Τούρκους, τους απαγχονισθέντες, τα θύματα του Αγώνα, τον όρκο τη ΕΟΚΑ και της Φανερωμένης κ.λπ.

Επίσης, δημιούργησαν μεγάλο κουβούκλιο με τις φωτογραφίες των 108 ηρώων, όπως και αγαλμάτινες προτομές τους. Στην περιοχή έχει ανεγερθεί και εκκλησάκι αφιερωμένο στον Άγιο Μόδεστο, τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο και τον Απόστολο Ανδρέα, προς τιμήν των Μόδεστου Παντελή και Ανδρέα Κάρυου, ενώ στην περιοχή φυτεύτηκαν 111 κυπαρίσσια. Τα 108 σε ανάμνηση της θυσίας των ισάριθμων ηρώων της ΕΟΚΑ, τα δύο για τους αρχηγούς του αγώνα, Μακάριο και Διγενή, και το ένα για τον άγνωστο στρατιώτη.

Πηγή: Philenews

Πηγή εικόνας: Famagusta news

Categories
Μάρτιος

Ο Παπάσταυρος για τον Στυλιανό Λένα..

«Ὁ Λένας ἦταν στέλεχος τῆς ΟΧΕΝ καὶ ἐργαζόταν ὡς σιδηρουργὸς στὴν Λευκωσία. Ἐρχόταν τακτικὰ ἀπὸ τὸ σπίτι ἐκεῖ στὴν Φανερωμένη», λέει ἡ πρεσβυτέρα καὶ ἕνα δάκρυ τρέχει στὰ μάγουλά της. «Ἐρχόταν ὁ Λένας, ὁ Πατάτσος, ὁ Πίττας, ὁ Σαμάρας, ὁ Μιχαλάκης ὁ Καραολῆς, ὁ Μάκης ὁ Γεωργάλλας καὶ ὅλα τὰ ἄλλα παιδιὰ τοῦ Παπασταύρου, γιὰ νὰ πάρουν τὴν εὐχή, νὰ ἀκούσουν δύο γλυκὰ λόγια, νὰ φιλήσουν τὸ χέρι τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα καὶ νὰ βγοῦν στὰ μονοπάτια ποὺ ὁδηγοῦν στὴν λευτεριά. Ὅταν, λοιπόν -συνεχίζει ἡ πρεσβυτέρα- οἱ Ἄγγλοι κυνηγοῦσαν καὶ ἔψαχναν τὸν Λένα, ἦρθε αὐτὸς βουρητὸς (=τρέχοντας) ἀπὸ τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάρει τὴν εὐχὴ καὶ νὰ βγεῖ στὸ βουνό. Πέρασαν ἀπὸ τότε τόσα χρόνια καὶ τὸν βλέπω μπροστά μου, νὰ τρέχω νὰ τὸν κεράσω λεμονάδα καὶ αὐτὸς νὰ μοῦ ἀνεμίζει τὸ χέρι λέγοντας: ‘Δὲν θέλω λεμονάδα. Τὴν εὐχή σου θέλω. Μόνο τὴν εὐχή σου’. Τὸν βλέπω μπροστά μου, τὸν Στυλλῆ μου [χαϊδευτικό] νὰ φεύγει τρεχτός. Ὁ θεὸς ἂς ἀναπαύσει τὴν ψυχοῦλά του. Ἔφυγε καὶ αὐτὸς καὶ δὲν τὸν ξαναεῖδα.» Ὁ στρατηγὸς Γεώργιος Γρίβας γράφει στὸ χρονικὸν τοῦ ἀγῶνος γιὰ τὸν Στυλιανὸ Λένα: «Ὁ Λένας ἦτο θεοφοβούμενος καὶ καλὸς Χριστιανός. Ὅταν στὰς ἀρχὰς τοῦ ἀγῶνος τοῦ ἔδωσα διαταγὴν νὰ ἐκτελέσῃ τὸν ἀστυνομικὸν Κυριακούδι γιὰ τὸν ὁποῖον εἴχαμεν πληροφορίας ὅτι θὰ πήγαινε νὰ μπῇ κουμπάρος σὲ κἄποιον γάμον, ἐφάνη διστακτικός. ‘Πῶς θὰ σκοτώσω ἄνθρωπον!’ εἶπεν. Καὶ ὅμως αὐτὸς ἔπειτα ἔσπειρε τὸν θάνατον εἰς τοὺς Ἄγγλους καὶ ἐχρησιμοποίει ἐναντίον των τὸ ὅπλον μὲ θάρρος καὶ ἐπιδεξιότητα. Τὸ καθῆκον πρὸς τὴν ὑπόδουλον Κύπρον τοῦ ἔδειξε τὸν ὀρθὸν δρόμον ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν.

Ὁ Στυλιανὸς Λένας, ὁ ‘κροὺπ’ τῆς ΕΟΚΑ, συνελήφθη τραυματισμένος στὶς 17 Φεβρουαρίου 1957, ἔπειτα ἀπὸ συμπλοκὴ ἔξω ἀπὸ τὸ κρησφύγετό του, καὶ ἐξεψύχησε στὸ στρατιωτικὸ νοσοκομεῖο ἀκρωτηρίου στὶς 28 Μαρτίου 1957 σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν.

Categories
Μάρτιος

Στυλιανός Λένας: «..φεύγω, έτσι θέλησε ο Θεός».

Οι θύμισες του Λάμπρου Καυκαλίδη για τον «Κρούπ» της ΕΟΚΑ.

Σαν σήμερα 28 Μαρτίου 1957, ο Στυλιανός Λένας έχασε τη μάχη με τον θάνατο φυλακισμένος στο Αγγλικό Νοσοκομείο του Ακρωτηρίου . Είχε μεταφερθεί εκεί βαριά τραυματισμένος μετά από ενέδρα που έγινε στις 17 Φεβρουαρίου 1957. Ο Στυλιανός Λένας αποτέλεσε βασικό στοιχείο της οργάνωσης και παραγωγής πολεμικού υλικού για της ανάγκες της ΕΟΚΑ γι αυτό και το παρατσούκλι «Κρούπ».

Ο Λάμπρος Καυκαλίδης θυμάται κι αφηγείται για τον «Γκρουπ» της ΕΟΚΑ:

«Στο μεταλλείο Αμιάντου χρησιμοποιείτο το μηχανουργείο(Γουέρκσιοπ) και ως εργαστήριο κατασκευής ναρκών και μηχανισμών χειροβομβίδων. Μαζί με τον Λένα, στο εργαστήριο βοηθύσαν οι Σωκράτης Παντελίδης, ομαδάρχης από το Κάτω Αμίαντο, οι τεχνίτες Ανδρέας Λαζαρής, Νίκος Χατζηκτωρής, οι Χρήστος Θεοχάρους, Ρίκκος Αγγελίδης και Δημητράκης Σπουργίτης, από τον Αμίαντο και βέβαια, ο υπεύθυνος του μηχανουργείου Αλέξης Φλωρίδης, όπως και οι Θεμιστοκλής Γεωργίου και Χρήστος Θεοχάρους. Εκτός, όπως, από τον Αμίαντο, ο Στυλιανός Λένας διατηρούσε κατά καιρούς και άλλα εργαστήρια κατασκευής βομβών και χειρομβομβίδων, στα Κάρδαμα, κοντά στο Κάτω Αμίαντο, σε υποστατικό του Ιωάννη Παπαναστασίου, στο σπίτι του Παπαχριστοδούλου Αυγουστή στον Αγρό, σε υποστατικό στα Χαντριά, μαζί με τον Γιαννάκη Παφίτη και στη Λευκωσία, στο εργαστήριο του Σάββα Γιώρκα.

Υλικά για τα εργαστήρια αυτά προμηθευόταν από το μηχανουργείο του Αμίαντου και από τη Λευκωσία… Επισημαίνεται ότι, ο Λένας πέτυχε να κατασκευάσει, σε απόλυτο σχεδόν βαθμό, την αγγλική χειροβομβίδα «Μίλς» και την αμερικανική ΜΚ2. Από τα εργαστήριά του τροφοδοτείτο με χειροβομβίδες η ΕΟΚΑ παγκύπρια, σε όλες τις ομάδες υπήρχε επάρκεια, πράγμα πολύ σημαντικό για τη δράση της Οργάνωσης».

Ο Γιαννάκης Παφίτης που ήταν μηχανολόγος είχε βοηθήσει πολύ με το χυτήριο για να φτιαχτούν τα καλούπια.

Στη συνέχεια ο Λάμπρος Καυκαλίδης αφηγείται τις τελευταίες στιγμές του ήρωα μαζί με τον Σάββα Παμπακά:

«Στυλιανός Λένας και Σάββας Παμπακάς ξεκίνησαν άοπλοι από το «κρησφύγετο βάτος» το πρωί της 17ης Φεβρουαρίου 1957, με προορισμό τον Αμίαντο. Στην περιοχή επικρατούσε απόλυτη ησυχία και τίποτε δεν προοιώνιζε το κακό που θα επακολουθούσε. Δεν είχαν απομακρυνθεί πολύ όταν έπεσαν σε ενέδρα Άγγλων στρατιωτών, οι οποίοι άρχισαν να βάλλουν εναντίον τους με καταιγιστικά πυρά. Ξαφνιάστηκαν, έπεσαν αμέσως κάτω και προσπάθησαν να εντοπίσουν τον χώρο από τον οποίο προέρχονταν τα πυρά, ώστε να δούν πως θα μπορούσαν να ξεφύγουν. Ο Παμπακάς που βάδιζε λίγο πιο πίσω από το Λένα, μπόρεσε να κρυφτεί σε πυκνούς θάμνους και να πάει σιγά – σιγά προς τα πίσω και να απομακρυνθεί χωρίς να γίνει αντιληπτός από τους Άγγλους. Αντίθετα ο Λένας πλήγηκε επό τα εναντίον πυρά και τραυματίστηκε σοβαρά, την ώρα που πηδούσε από μια ξερολιθιά(δόμη), για να απομακρυνθεί».

Στη συνέχει οι Άγγλοι συνέλαβαν τον βαριά τραυματισμένο Λένα και τον μετέφεραν με ελικόπτερο στο νοσοκομείο του Ακρωτηρίου όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 28 Μαρτίου 1957. Όλες αυτές τις μέρες οι αποικιοκράτες τον ανέκριναν χωρίς φυσικά αποτέλεσμα ενώ αντί να προσπαθήσουν να τον σώσουν τον δολοφόνησαν ουσιαστικά αφήνοντάς τον με ελλιπή ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη έτσι ώστε να εξασθενίσει ο οργανισμός του και να υποκύψει όπως και έγινε. Τις τελευταίες δυο μέρες βρισκόντουσαν μαζί του οι γονείς του Χριστοφής και Αθηνά βλέποντας το παλικάρι τους να «σβύνει» ενώ ο ήρωας τους κοιτούσε λέγοντας «..φέυγω, έτσι θέλησε ο Θεός», και πέρασε στην αθανασία και στο πάνθεον των Ελλήνων ηρώων.

«Η νεότητα των 24 χρόνων και η έντονη αγωνιστική παρουσία του Στυλιανού Λένα έκλεισαν τον κύκλο τους για πάντα. Ο «Γκρούπ» της ΕΟΚΑ πέταξε στην αθανασία, έχοντας γαίαν ελαφράν και μνήμη αιωνίαν…» λέει ο Λάμπρος Καυκαλίδης.

Πηγή:Νίκου Παπαναστασίου ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΥΚΑΛΙΔΗΣ ΤΟ «ΑΓΡΙΝΟ» ΤΗΣ ΕΟΚΑ Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 2009.

Categories
Μάρτιος

«Σύρε παιδίν μου στο καλό..».

Όταν ο Ήρωας Στυλιανός Λένας είπε στην μητέρα του Αθηνά, ότι θα βγει αντάρτης στο βουνό, εκείνη του απάντησε:

«Σύρε παιδίν μου στο καλό, να πα να πολεμήσεις, σου δίνω γιε μου την ευχή, με δόξα να γυρίσεις».

Categories
Μάρτιος

Επανάσταση 1821: H «Φάλαγγας των Κυπρίων» και οι αγριότητες των Οθωμανών

Κύπρος, Ελλάδα και ο απανταχού Ελληνισμός τιμά την επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και τον αγώνα για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Ο απελευθερωτικός αγώνας ήταν η αφετηρία της εθνικής παλιγγενεσίας, καθώς πέτυχε την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους και εν συνεχεία την παρουσία της Ελλάδας στον πολιτικό χάρτη.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την συμβολή των Κυπρίων στον αγώνα ενάντια στον οθωμανικό ζυγό, αφού πολλοί έσπευσαν να βοηθήσουν την εκστρατεία του Αλέξανδρου Υψηλάντη και τους μέχρι τότε υπόδουλους προς τον Οθωμανό δυνάστη. Πολλά ήταν τα θύματα του αγώνα, ενώ ακόμη περισσότεροι ήταν αυτοί που έχασαν την ζωή τους από τα αντίποινα που διέπρατταν οι Οθωμανοί στην Κύπρο.

Η δέσμευση του αρχιεπισκόπου Κυπριανού

Η Κύπρος συμμετείχε στην προετοιμασία της Επανάστασης των Φιλικών, αφού σύμφωνα με πηγές ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός δεσμεύτηκε πως θα συνεισφέρει στον απελευθερωτικό αγώνα με χρήματα και με προμήθειες για την οργάνωση της εξέγερσης των Ελλήνων κατά των Οθωμανών κατακτητών, παρόλο που η Κύπρος δεν συμπεριλαμβανόταν ως μία από τις περιοχές όπου θα πραγματοποιούνταν απελευθερωτικές ενέργειες.

Αυτό καταδεικνύει αφενός ότι η Φιλική Εταιρεία ήλπιζε στην υποστήριξη της Κύπρου για την επιτυχία του αγώνα, αξιοποιώντας την ως βάση ανεφοδιασμού των ελληνικών δυνάμεων, αφετέρου ότι ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός ήταν ενήμερος για τα σχέδια των Φιλικών, και πιθανότατα είχε και ο ίδιος μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία.

Εξάλλου, τον Οκτώβριο του 1820 ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε στείλει επιστολή στον Κυπριανό, ευχαριστώντας τον για τη «γενναία συνεισφορά» που είχε υποσχεθεί δήθεν για το «Σχολείο της Πελοποννήσου». Iστορικοί εκτιμούν ότι αυτό που υπονοούσε ήταν η επικείμενη επανάσταση του 1821 και ο επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο για να μην κινήσει υποψίες σε περίπτωση που η επιστολή έπεφτε στα χέρια των Οθωμανών.

Τα λόγια του Κυπριανού έγιναν πράξη το 1821, όταν ο ναύαρχος Κανάρης με τα καράβια του έφτασε στην Κύπρο για να τα φορτώσει με προμήθειες για τους επαναστατημένους Έλληνες, χρήματα, αλλά και με Κύπριους εθελοντές που ήθελαν να ενισχύσουν τον αγώνα για την απελευθέρωση. Υπάρχουν καταγεγραμμένα επίσης στη διάρκεια της Επανάστασης δρομολόγια ελληνικών πλοίων από και προς την Κύπρο, όπου φορτώνονταν με αναγκαίες προμήθειες.

Οι Κύπριοι στα χαρακώματα

Κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, σημαντική θεωρείται η δράση της λεγόμενης «Φάλαγγας των Κυπρίων», μία ομάδα Κύπριων στρατιωτών με επικεφαλής τον στρατηγό Χατζηπέτρο, που πολέμησαν με ιδιαίτερη γενναιότητα σε διάφορες μάχες. Είχαν μάλιστα και τη δική τους σημαία, που ήταν λευκή με έναν μπλε σταυρό στη μέση και στο ένα τεταρτημόριο έγραφε «Σημαία ελληνική πατρίς Κύπρου».

Οι Κύπριοι που έλαβαν μέρος στις μάχες υπολογίζονται γύρω στους χίλιους, ενώ από πηγές της εποχής προκύπτει ότι περίπου 130 Κύπριοι έχασαν τη ζωή τους στη Μάχη των Αθηνών. Σημειώνεται πως, εδώ και μερικά χρόνια, στην ιερή πόλη του Μεσολογγίου, με δαπάνες της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει αναγερθεί μνημείο αφιερωμένο σε όλους τους Κύπριους πεσόντες κατά την Επανάσταση του 1821 και ειδικότερα στην Έξοδο του Μεσολογγίου, τον Απρίλιο του 1826

στην Ιερά Πόλη του Μεσολογγίου υπάρχει και μνημείο αφιερωμένο στους Κύπριους πεσόντες, αφού Κύπριοι υπολογίζονται ανάμεσα στους νεκρούς της εξόδου του Μεσολογγίου.

Τα γεγονότα επί κυπριακού εδάφους

Πίσω στην Κύπρο, ο κόσμος προσπαθούσε να υποστηρίξει με κάθε τρόπο την εξέγερση κατά των Οθωμανών, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής τους. Αυτό φυσικά εξόργισε τους Οθωμανούς, που προέβησαν σε θηριωδίες για να κάμψουν το φρόνημά τους και να τιμωρήσουν όσους ενίσχυαν τον ελληνικό αγώνα, αποτρέποντας έτσι και μία ενδεχόμενη εξέγερση. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης, ο Τούρκος σουλτάνος διέταξε να αφοπλιστούν όλοι οι Έλληνες της Κύπρου, και ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός τους κάλεσε να υπακούσουν, προκειμένου να κατευνάσει τις υποψίες των Οθωμανών ότι σχεδιαζόταν εξέγερση επί κυπριακού εδάφους.

Ο ίδιος ο Κυπριανός, βέβαια, γνώριζε καλά πως οι Οθωμανοί έψαχναν αφορμή για να τον εκτελέσουν λόγω των πατριωτικών του αισθημάτων. Στις 9 Ιουλίου του 1821 ο πασάς Κιουτσούκ Μεχμέτ, ο τοπικός Οθωμανός κυβερνήτης, μετά από εντολή του σουλτάνου, κάλεσε σε συνάντηση στη Λευκωσία τους εκκλησιαστικούς ηγέτες και εκεί οι οθωμανικές δυνάμεις εκτέλεσαν δι’ απαγχονισμού τον αρχιεπίσκοπο Κυπριανό και τον αρχιδιάκονο Μελέτιο, και αποκεφάλισαν τους μητροπολίτες Πάφου, Κηρυνείας και Κιτίου.

Όμως αυτή ήταν μόνο η αρχή, καθώς τις επόμενες μέρες έφτασαν στο νησί 4.000 στρατιώτες από τη Συρία, οι οποίοι προχώρησαν σε μαζικές εκτελέσεις Κυπρίων που θεωρήθηκαν ύποπτοι για υποκίνηση πατριωτικών αισθημάτων στον ελληνόφωνο πληθυσμό. Εκτιμάται ότι μέσα σε πέντε μέρες εκτελέστηκαν δι’ απαγχονισμού ή αποκεφαλισμού τουλάχιστον 470 Κύπριοι. Τα αντίποινα των Οθωμανών συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης και εκτιμάται ότι πάνω από 2.000 ήταν οι Έλληνες της Κύπρου που σφαγιάστηκαν συνολικά.

Με πληροφορίες από NewsBeast

Πηγή: sigmalive