Categories
Νοέμβριος

Βάσος Παναγή: Τον λόγχισαν μέχρι να πεθάνει

Στις 3 Νοεμβρίου 1956 η ομάδα της ΕΟΚΑ Νέου Χωρίου προκάλεσε επίθεση εναντίον Άγγλων στρατιωτών, οι οποίοι περιόρισαν τις κινήσεις τους στην περιοχή, λόγω των συχνών επιθέσεων που δέχονταν από την ΕΟΚΑ. Ο αρχηγός της ομάδας Γεώργιος Στυλιανού, συμβούλευσε να υψωθεί ελληνική σημαία στο σχολείο του χωριού και να καταστραφεί το ταχυδρομικό κιβώτιο που έφερε πάνω το βρετανικό βασιλικό έμβλημα. Ειδοποιήθηκε για τα συμβάντα η αστυνομική αρχή Πόλεως Χρυσοχούς και στάλθηκαν στρατιωτικές δυνάμεις στο χωριό, στην είσοδο του οποίου τα οχήματά τους ενέπεσαν σε ενέδρα της ΕΟΚΑ που έστησαν οι ήρωες Γεώργιος Στυλιανού, Βάσος Παναγή και Γεώργιος Αναστάση. Αυτοί ακινητοποίησαν το δεύτερο όχημα της φάλαγγας με πυροδότηση ηλεκτρικής νάρκης, γιατί στο πρώτο οι δυνάμεις ασφαλείας είχαν δυο ομοχώριούς τους που είχαν πάρει για ανθρώπινες ασπίδες από το δρόμο. Έριξαν τις δυο τους χειροβομβίδες, εκ των οποίων η μια δεν εξερράγη και αποχώρησαν.

Οι Άγγλοι στρατιώτες, μαζί με Τούρκους επικουρικούς που δέχτηκαν την επίθεση, τους καταδίωξαν. Είχαν απομακρυνθεί αρκετά και ήταν έτοιμοι να καλυφθούν πίσω από βουνοκορφή, όταν ο Γεώργιος Στυλιανού, αρχηγός της αποστολής, πληγώθηκε στο πόδι. Οι δυο συναγωνιστές του γύρισαν πίσω και τον πήραν αλλά την στιγμή που αποχωρούσαν, οι στρατιώτες τους έφτασαν, ξεκίνησαν να τους πυροβολούν και εν τέλη τους συνέλαβαν.

Οι τρεις συλληφθέντες αγωνιστές μεταφέρθηκαν κάτω από ένα δέντρο, δεμένοι πισθάγκωνα. Εκεί οι Βρετανοί αλλά και οι Τούρκοι επικουρικοί, αγνοώντας κάθε ίχνος ανθρωπιάς, τους δολοφόνησαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο. Οι ήρωες Βάσος Παναγή και Γεώργιος Αναστάση, βρήκαν τραγικό αλλά ηρωικό θάνατο από επαναλαμβανόμενα λογχίσματα σε όλο τους το κορμί. Η αιμορραγία, αλλά και ο τραυματισμός των ζωτικών τους οργάνων, τους οδήγησε στο πάνθεο της αθανασίας.

Ο τρίτος, ο Γεώργιος Στυλιανού, πυροβολήθηκε στο κεφάλι και ο θάνατος του ήταν ακαριαίος. Η μικροψυχία της Βρετανοτουρκικής «συμμαχίας» όμως δεν τελείωσε εδώ, αφού πήραν τα άψυχα κορμιά των ηρώων και τα μετέφεραν στην πλατεία του χωρίου, όπου επέβαλαν σε όλους τους συγχωριανούς τους, να περάσουν και να δουν τους νεκρούς ήρωες, ενώ οι Βρετανοί και Τούρκοι συνέχιζαν να πυροβολούν και να λογχίζουν. Το αποκορύφωμα της Βρετανοτουρκικής φρικαλεότητας, ήταν όταν τους κρέμασαν στα στρατιωτικά τους οχήματά, και τους περιέφεραν στην Πόλη Χρυσοχούς.


*Την φωτογραφία, εκμοντέρνισε η σελίδα μας.

Categories
Νοέμβριος

Σάββας Ροτσίδης: Ο τελευταίος νεκρός αντάρτης του Αγώνα

Ώρα να ακούσουμε, να παραδειγματιστούμε. Ώρα να πενθήσουμε τη χαμένη μας περηφάνια! Ώρα να εξυμνήσουμε τη δόξα και το μεγαλείο των γονιών ενός νεκρού γαμπρού!

«Κάποια μέρα» αφηγείται η Αναστασία, μάνα του Σάββα Ροτσίδη, τελευταίου ηρωικού νεκρού του έπους της ΕΟΚΑ, «αφότου ο γιος μας πήρε τα βουνά είπε το ράδιο ότι κάποιος σκοτώθηκε στα Αγρίδια. Δεν είπε ποιος ήταν.΄Ηρθαν δύο κοπέλια αστυνομικοί και μας έφεραν το χαπάρι».

«Να πάτε» μας είπαν στο «σανατόριο της Κυπερούντας να τον φέρετε». Πήγαμε μαζί ο άντρας μου τα υπόλοιπα παιδιά μου και δύο κοπέλια χωριανοί μας.

Στο νοσοκομείο Κυπερούντας μάς άνοιξαν και μπήκαμε μέσα, να τον αναγνωρίσουμε. Τι να σας πω, δεν τον κατάλαβα. Έβαλα το κεφάλι του μέσα στην αγκάλη μου. Ήταν παγωμένος. Τον είχαν σ΄ ένα παγωμένο μάρμαρο. Το πρόσωπο του πληγωμένο όπως ήταν δεν το κατάλαβα. Τα ρούχα του ξεσχισμένα ματωμένα και λερωμένα. Ζήτησε η κόρη μου να δει το πόδι του. Είχεν ελιά στο πόδι. Τον ξεσκεπάσαμε, είδαμε την ελιά, και τον φιλήσαμε όλοι. Γύρισε ο άντρας μου και τους λέει:

«Είναι ο γιός μου, όμως δεν θα τον πάρουμε μαζί μας. Ο Σάββας έφυγε από το σπίτι μας στολισμένος γαμπρός. Θα πάω πίσω στο χωριό μου να πάρω ρούχα γαμπρικά νάρτω να τον εντύσω. Όπως έφυεν από το σπίτι μου γαμπρός έτσι θέλω να γυρίσει».

«Φύγαμε και τον αφήσαμε» συνεχίζει η μάνα ηρωίδα. «Γυρισώντα μέρα πήγαμε να τον φέρουμε. Αγοράσαμε λοκούμια, καινούργια φορεσιά και ότι άλλο χρειαζόταν ο γιός μου. Επλύναμε τον και τον εντύσαμε. Στον δρόμο που τον φέρναμε κτυπούσαν χαρούμενα οι καμπάνες και ο κόσμος με λάβαρα, σημαίες και λουλούδια σαν να ήταν Ανάσταση».

«Ο πατέρας του αγέρωχος, αλύγιστος, υπέροχος μέσα στον μεγάλο του πόνο στάθηκε μαζί μου στο δίχωρο του σπιτιού μας όπου φέραμε τον Σάββα μας.

Δεχόμασταν συγχαρητήρια και μοιράζαμε λοκούμια στο κόσμο. Οι συγχωριανοί μας αποφάσισαν να γίνει η ταφή στη αυλή της εκκλησίας. ΄Ηρθαν πάρα πολλοί νέοι και νέες. Ιδιαίτερα οι νέες του Αγρού απάγγελλαν και τραγουδούσαν. Θυμούμαστε τα τραγούδια τους ως τώρα.

«Δεν λυπούμαι καθόλου για το θάνατο του γιου μου. Είμαι περήφανος γι’αυτόν. Πολέμησε δυο χρόνια στο στρατό της ελευθερίας και πέθανε σαν ήρωας. Τιμή του και δική μας τιμή.Η μνήμη του θα είναι αιώνια. Χωριανοί θάρρος, Ζήτω η ΕΟΚΑ» είπε ο άντρας μου στην ταφή του γιού μας.

Μετά την κηδεία διάταξε ο άντρας μου και στρώσαμε τραπέζι. Τους καλωσόρισε και τους ευχαρίστησε που τίμησαν το γάμο του γιου μας».

*Την φωτογραφία εκμοντέρνισε η σελίδα μας

Categories
Νοέμβριος

Η αποθέωση του Άγγλου στρατιώτη που διετάχθη να ρίξει τη χειροβομβίδα στο κρησφύγετο του Κυριάκου Μάτση, προς τον ήρωα!

Ο Frank Davis είναι ο άγγλος στρατιώτης που διετάχθη να ρίξει τη χειροβομβίδα στο κρησφύγετο του Κυριάκου Μάτση στο Δίκωμο στις 19 Νοεμβρίου 1958.

Μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου και συγκεκριμένα το 1980, ο Frank Davis παραθέριζε στην Πάφο και σε επαφή του με τον ιδιοκτήτη εστιατορίου στο Χλώρακα κο Κώστα Πενταρά τον ρώτησε εάν γνώριζε την οικογένεια Μάτση.

Ο κος Κώστας Πενταράς του εξήγησε ότι γνωρίζει τον αδελφό του Κυριάκου Μάτση, Γιαννάκη Μάτση, και ο Frank Davis του αποκάλυψε ότι ήταν ο άγγλος στρατιώτης που έριξε την χειροβομβίδα στο κρησφύγετο του Κυριάκου Μάτση και ότι θέλει να γνωρίσει την οικογένεια του ήρωα καθώς και την επιθυμία του να παρευρεθεί σε μνημόσυνο του ήρωα στο Παλαιχώρι για να καταθέσει το δικό του στεφάνι.

Φαινότανε συγκλονισμένος από την μεγάλη εκτίμηση που έτρεφε προς τον ήρωα για την αντιμετώπιση του θανάτου στο υπόγειο κρησφύγετο και την άρνησή τoυ να παραδοθεί. Και αυτό φαίνεται από την εξιστόρηση του Κώστα Πενταρά από την περιγραφή των γεγονότων της 19ης Νοεμβρίου 1958 πάνω από το κρησφύγετο του ήρωα που του έδωσε ο Frank Davis κατά τη συνάντησή τους.
Ο Frank Davis έγραψε επιστολή προς τον Γιαννάκη Μάτση και του ζήτησε να συναντηθούν στο Λονδίνο. Σε επίσκεψη του κου Μάτση στην Αγγλία το 1982 διευθετήθηκε συνάντηση με τον Frank Davis σε εστιατόριο του Λονδίνου.

Ο Γιαννάκης Μάτσης περιγράφει:

«… Ο Frank Davis φαινότανε πολύ ανήσυχος όταν με συνάντησε διότι διερωτάτο ποια θα ήταν η αντίδρασή μου. Μετά από συνομιλία λίγων λεπτών αντελίφθηκε ότι το παρελθόν και η συμπεριφορά το στο Δίκωμο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από εκτέλεση διαταγών των ανωτέρων του όταν έριχνε την μοιραία χειροβομβίδα στο κρησφύγετο. Έγινε πολύ ομιλητικός και μου εξήγησε με δέος την ψυχολογική κατάσταση στην οποία ευρίσκετο έκτοτε δολοφονώντας έστω και κατόπιν διαταγών έναν ανυπεράσπιστο άνθρωπο.

Μου εξεθήασε τον ηρωισμό του Κυριάκου Μάτση και μου διηγήθηκε λεπτομερώς πώς εξελίχθησαν τα γεγονότα κατά την περικύκλωση του κρησφυγέτου και την συμπεριφορά του αγγλικού στρατού μέχρι τη στιγμή της ρήψεως της χειροβομβίδας.

Ο Frank Davis εξεδήλωνε μεγάλο θαυμασμό για τον ήρωα και μου ζήτησε να επισκεφθεί το Παλαιχώρι στις 19 Νοεμβρίου 1983 για να γνωρίσει τους γονείς του και να καταθέσει στεφάνι.

Ενώ είχαν όλα διευθετηθεί για την άφιξή του στην Κύπρο θεωρήσαμε σωστό να αναβάλει την επίσκεψή του για τον επόμενο χρόνο λόγω της αναταραχής που δημιουργήθηκε μετά την εξαγγελία εκείνες τις ημέρες της ίδρυσης του ψευδοκράτους από τους Τουρκοκυπρίους πράγμα το οποίο συμφώνησε και ο ίδιος.

Εν τω μεταξύ είχε δημοσιοποιηθεί η εδώ άφιξη του Frank Davis και η επίσκεψή του στο Παλαιχώρι. Σε επανειλημμένες προσπάθειές μας να επικοινωνήσουμε αργότερα με τον ίδιο απέβησαν άκαρπες και ο Frank Davis είχε ουσιαστικά εξαφανισθεί χωρίς να δώσει κανένα σημείο ζωής».

Categories
Νοέμβριος

«Εδώ Ακρίτας» – «Εδώ Διγενής»

Σαν σήμερα 10/11/1954, ο Αρχηγός Διγενής φτάνει στην Κύπρο και το έπος του εθνικοαπελευθερωτικού μας Αγώνα, παίρνει σάρκα και οστά.

Γράφει ο Νικόλας Μαυρονικόλας στο βιβλίο του «Η μαρτυρία μου»:

«Σε λίγα λεπτά άρχισε να διακρίνεται ο όγκος του καραβιού. Είχαμε βεβαιωθεί ότι επρόκειτο για το καράβι που περιμέναμε. Όπως έχω αναφέρει και προηγουμένως η ακτή εκεί ήταν εντελώς ακατάλληλη για να γίνει αποβίβαση. Ανεβήκαμε αμέσως πάνω και αρχίσαμε να τρέχουμε προς την περιοχή «Αλυκής» στον προκαθορισμένο μικρό κολπίσκο όπως είχε προσχεδιαστεί.

Ο Κώστας τρέχοντας χρησιμοποιούσε το ηλεκτρικό φανάρι κάνοντας κυκλικές κινήσεις, σήματα για να δώσει οδηγίες στον καπετάνιο προς τα που έπρεπε να οδηγηθεί .Φαίνεται ότι ο καπετάνιος είχε αντιληφθεί τα σήματά μας και άρχισε να κινείται προς το μέρος όπου εμείς είχαμε φτάσει.

Σε δέκα λεπτά περίπου το καράβι βρισκόταν απέναντι μας σε μια απόσταση εκατό περίπου μέτρων από την ακτή και προσέξαμε ότι έπαψε να κινείται. Ο Κώστας έβαλε το χέρι στο στόμα και φώναξε δυνατά το σύνθημα «Εδώ Ακρίτας», εδώ Ακρίτας». Η απάντηση ήρθε αμέσως «Εδώ Διγενής, Εδώ Διγενής». Ο Κώστας φώναξε δυνατά: «Είμαστε έτοιμοι ελάτε» Είδαμε να κατεβάζουν βάρκα και να μπαίνουν μέσα ορισμένα άτομα. Η βάρκα άρχισε να κινείται προς το μέρος μας και σε λίγα λεπτά βρισκόταν απέναντι μας, πολύ κοντά μας.

Η βάρκα έμεινε τρία-τέσσερα μέτρα από την ξηρά. Εμείς προχωρήσαμε προς τη βάρκα. Μπήκαμε μέσα στο νερό για να βοηθήσουμε τους επιβάτες να αποβιβαστούν. Μέσα στη βάρκα βρίσκονταν τρία-τέσσερα άτομα. Εγώ βοήθησα κάποιον να επιβιβαστεί. Τον επήρα στην αγκαλιά μου για να μην πατήσει μέσα στο νερό.
Το άτομο αυτό ήταν ο Διγενής. Φαινόταν ότι δεν μπορούσε να κρατηθεί στα πόδια του και έδειχνε να είναι πολύ καταπονημένος».

Categories
Νοέμβριος

04/11/1957 : Απάντηση του Διγενή στις δηλώσεις του Χάρτινγκ κατά την αναχώρησή του από την Κύπρο.

Η απόφαση για αντικατάσταση του υπερφίαλου στρατάρχη Χάρτινγκ είχε ανακοινωθεί από τα μέσα του Οκτώβρη του 1957 και ο αντικαταστάτης του θα ήταν ο Σερ Φούτ. Η ΕΟΚΑ, ο Διγενής και ο Αγώνας για την Ελευθερία νίκησαν τον αιμοσταγή στρατάρχη που έφευγε νικημένος από την Κύπρο. Αυτή η αλλαγή επ’ ουδενί δεν θα άλλαζε, φυσικά, την βρετανική πολιτική στο κυπριακό. Ο ηττημένος Χάρτινγκ άφηνε την Κύπρο με την ανάμνηση βασανιστού και δήμιου κατά την αναχώρησή του για το Λονδίνο στις 4 Νοεμβρίου 1957. Πριν αναχωρήσει απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με τους λόγους παραίτησης αλλά και την αυστηρότητά του και τα σκληρά μέτρα που είχε πάρει κατά την διάρκεια της διακυβέρνησής του στο νησί Είπε σχετικά :

«Έφθασα εις Κύπρον δια περιορισμένην περίοδον, προς επιτέλεσιν ωρισμένου καθήκοντος, κατά δε το παρελθόν έτος έφθασα εις το συμπέρασμα, ότι έπραξα ότι ηδυνάμην έναντι του καθήκοντος τούτου. Έκρινα, ότι εκείνος, ο οποίος θα ευρίσκετο εν Κύπρο κατά τους προσεχείς ολίγους μήνας, πρέπει να παραμείνη και κατά τα προσεχή ολίγα έτη, πράγμα το οποίον δεν θα ηδυνάμην να πράξω εγώ. Έκρινα, ότι ήτο αναγκαία μακρά παραμονή διότι εφθάσαμεν τώρα εις σπουδαίον σημείον εν Κύπρο».

Και για το θέμα της υπερβολής των σκληρών και αυστηρών μέτρων απάντησε :

«Βεβαίως όχι. Όταν έφθασα εις Κύπρον συνήντησα μιαν βάναυσον και απάνθρωπον οργάνωσιν, υποστηριζομένην υπό μιας ασυνειδήτου εκκλησίας. Δεν πιστεύω ότι το έργον μου θα ηδύνατο να εκτελεσθή κατ’ άλλον τρόπον».

Φάνηκε, λοιπόν, για μια ακόμη φορά αμετανόητος και σκληρός ο Χάρτινγκ με εκφράσεις όπως «..απανθρώπου οργανώσεως» για την ΕΟΚΑ και «..ασυνηδείτου Εκκλησίας». Ανάλογες δηλώσεις έκανε και κατά την άφιξή του στην αγγλική πρωτεύουσα προσθέτοντας, μάλιστα, ότι η ΕΟΚΑ είναι σε θέση να ξαναρχίσει ανά πάσα στιγμή τη δράση της, αφού προέβη κατά τους δυο τελευταίους μήνες σε εντατική στρατολόγηση με ταυτόχρονη εκπαίδευση και εξοπλισμό των ανδρών της.

Αυτές οι ανεκδιήγητες δηλώσεις ανάγκασαν το Αρχηγό Διγενή να εκδώσει ένα φυλλάδιο με τον τίτλο «ΟΙ ΝΑΖΗΤΟΡΗΔΕΣ ΚΑΙ ΗΜΕΙΣ» στο οποίο ανέφερε τα σκληρά και απάνθρωπα μέτρα των δυνάμεων ασφαλείας κατά των αθώων Κυπρίων, υπογραμμίζοντας, στο τέλος, την απόφαση να αγωνιστούν με όλες τους τις δυνάμεις χωρίς να υπολογίσουν τις θυσίες με μόνο στόχο την ελευθερία τους.

Categories
Νοέμβριος

19/11/1955: H σημαδιακή «μάχη του Πεύκου»

Ένα γεγονός από αυτή την αλυσίδα είναι η πρώτη μεγάλη μάχη της ΕΟΚΑ, τον Νοέμβριο του 1955, η «μάχη του Πεύκου». Ήδη από τις 19 Νοεμβρίου 1955, ο Γρίβας είχε διατάξει, από την Κυπερούντα όπου βρισκόταν, ένταση της δράσης της ΕΟΚΑ με την κωδική ονομασία «Εξόρμησις προς την νίκην». Ήθελε ο ίδιος να δώσει το έναυσμα της νέας φάσης του ένοπλου αγώνα με ενέδρα στην περιοχή. 

Όταν βράδιασε η 22α Νοεμβρίου, η ομάδα, γύρω στα 25 άτομα, εθελοντές αντάρτες και καταζητούμενοι, ξεκίνησε για τον χώρο της ενέδρας, στον δρόμο Κυπερούντας-Χανδριών. Ο χώρος είχε αναγνωριστεί και είχε επιλεγεί εκ των προτέρων από τον τομεάρχη Πιτσιλιάς, Ρένο Κυριακίδη. Κριτήριο ήταν η παροχή κάλυψης στους αγωνιστές, η καλή οπτική προς τον δρόμο και οι στροφές του δρόμου που θα ανάγκαζαν τα οχήματα να μειώσουν ταχύτητα. Επίσης, από εκείνο το σημείο ξεκινούσε το μονοπάτι που οδηγούσε στα λημέρια των Σπηλιών όπου θα κατέφευγαν μετά την ενέδρα οι αντάρτες. 

Σκοπός της βραδινής μετάβασης στον χώρο ήταν να βεβαιωθεί ο Γρίβας ότι οι θέσεις των ανδρών ήταν επαρκείς, ασφαλείς και ότι διασφάλιζαν το βέλτιστο αποτέλεσμα. Επίσης, ο Διγενής ήθελε να διαπιστώσει ότι το καταστρωθέν σχέδιο δράσης ήταν αποτελεσματικό. Οι αγωνιστές τοποθετήθηκαν ανάλογα με το όπλο που κρατούσε ο καθένας. Ο Γρίβας περνούσε από τις θέσεις των ανταρτών και τους υποδείκνυε, αν έκρινε σκόπιμο, να τις μετακινήσουν, να τις βελτιώσουν ή να τις ενισχύσουν. Μετά από λίγη ώρα δόθηκε διαταγή να επιστρέψουν στην Κυπερούντα. 

Ξημερώματα της 23ης Νοεμβρίου οι άνδρες της ΕΟΚΑ μαζί τον αρχηγό της οργάνωσης, επέστρεψαν στον χώρο της ενέδρας και πήραν τις θέσεις τους. Στάλθηκε ένα άτομο στο απέναντι βουνό ως παρατηρητής. Ο Γρίβας έδωσε τις τελευταίες οδηγίες. 

Ξαφνικά, γύρω στις 15:00 είδαν το κόκκινο μαντήλι του παρατηρητή να ανεμίζει δύο φορές. Σήμαινε ότι προσέγγιζαν δύο οχήματα ερχόμενα από το Τρόοδος. Οι αγωνιστές έσφιξαν τις βόμβες και τα όπλα στα χέρια τους. Οι αισθήσεις τους σε εγρήγορση. Μετά από λίγα λεπτά άκουσαν τις μηχανές οχημάτων να προσεγγίζουν. Το ένα ήταν ένα ελαφρό τεθωρακισμένο με πυργίσκο επί του οποίου βρισκόταν πολυβόλο και το άλλο ένα ελαφρύ όχημα τύπου Champ. 

Το πρώτο όχημα με τους ανύποπτους Βρετανούς βρισκόταν πλέον κοντά στην ηλεκτρική νάρκη στην είσοδο του χώρου της ενέδρας. Η ανατίναξη δεν έγινε. Όταν το όχημα βρέθηκε κοντά στους χειροβομβιστές δέχθηκε την επίθεση τους και ταυτόχρονα ξεκίνησε να δέχεται τα πυρά των ενεδρευόντων. Τα πολυβόλα και τα τυφέκια των αγωνιστών χτυπούσαν τον εχθρό. Οι χειροβομβίδες έπεφταν βροχή. Το ένα όχημα, Champ, δέχτηκε τον όγκο του πυρός και έπεσε στη χαράδρα. Ο οδηγός του άλλου, του ελαφρά τεθωρακισμένου, έντρομος ανέπτυξε ταχύτητα. Όδευε προς τη δεύτερη ηλεκτρική νάρκη, στην έξοδο του κλοιού της ενέδρας. Ούτε η δεύτερη νάρκη εξερράγη. Το όχημα ανέπτυξε ταχύτητα και διέφυγε. Οι αγωνιστές συνέχισαν να χτυπούν το ακινητοποιημένο Champ. 

Αίφνης, όσοι βρίσκονταν κοντά στο όχημα είδαν δύο Βρετανούς να εξέρχονται από αυτό και να επιχειρούν να διαφύγουν. Ο Χαρίλαος Ξενοφώντος τους φώναξε απότομα: «Hands up» (Ψηλά τα χέρια) και πρόταξε το όπλο του. Aιφνιδιάστηκαν και σήκωσαν τα χέρια. Στο όπλο του Ξενοφώντος όμως δεν υπήρχαν σφαίρες. Είχαν εξαντληθεί από τη μάχη. Φώναξε σε άλλον συναγωνιστή του να του δώσει το όπλο του. Στα δευτερόλεπτα που διέρρευσαν, οι στρατιώτες ξεκίνησαν να τρέχουν και διέφυγαν. 

Όταν ο Διγενής αντιλήφθηκε ότι ήταν ασφαλές για τους συμμετέχοντες να εξέλθουν από τις θέσεις τους, έριξε τη συνθηματική φωτοβολίδα λήξης της μάχης. Συγκεντρώθηκαν και ξεκίνησαν να περπατούν στο μονοπάτι που οδηγούσε στα λημέρια των Σπηλιών. Όπως μαρτυρεί ο Χαράλαμπος Μπαταριάς, ήταν όλοι πολύ περήφανοι και ικανοποιημένοι. Αισθάνονταν ότι επιτελούσαν το χρέος τους στην Πατρίδα και ότι αποτελούσαν συνέχεια της κλεφτουριάς του 1821. Ήταν αποφασισμένοι. Να πεθάνουν ή να ελευθερωθούν.

Το βάπτισμα του πυρός

Ο Γρίβας, αποτιμώντας ευσύνοπτα την μάχη έγραψε: «Ήτο η πρώτη καλώς ωργανωμένη επιχείρησις ανταρτικής ομάδος». Επιπλέον, ο Κυριάκος Κόκκινος είχε δηλώσει χαρακτηριστικά για την ευψυχία των αγωνιστών: «Χρειάζεται μεγάλο θάρρος να κάνεις τέτοιες ριψοκίνδυνες ενέργειες χωρίς να έχεις στοιχειώδεις γνώσεις πολέμου». Η σημασία της μάχης είναι τριπλή. Αρχικά σε αυτήν έλαβε το βάπτισμα του πυρός σχετικά μεγάλος αριθμός ατόμων. Μέχρι τότε, τα μέλη της ΕΟΚΑ είχαν τύχει εκπαίδευσης ως επί το πλείστον σε θεωρητικό επίπεδο, τόσο στις τακτικές του ανταρτοπολέμου, όσο και στη χρήση των όπλων και των εκρηκτικών. Η συγκεκριμένη μάχη ήταν η πρώτη ευκαιρία να θέσουν σε εφαρμογή όσα μάθαιναν θεωρητικά. Η δεύτερη σημασία της μάχης ήταν η εμπλοκή του ίδιου του Γρίβα. Η παρουσία του, σύμφωνα και με τις μαρτυρίες των εμπλεκομένων, τους έδινε θάρρος και τους δημιουργούσε το αίσθημα της ασφάλειας, της εμπιστοσύνης και της αυτοπεποίθησης. Η τρίτη σημασία είναι ότι η ενέδρα πραγματοποιήθηκε με το φως της μέρας, κάνοντας έτσι τους Βρετανούς να αισθάνονται ανασφαλείς, ακόμα και τη μέρα. Η ΕΟΚΑ παραμόνευε πλέον κάθε ώρα, παντού. 

Ένας νεκρός, δύο τραυματίες και αντίποινα

Οι Άγγλοι ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα της ενέδρας έκαναν λόγο για έναν νεκρό στρατιώτη και δύο τραυματίες, έναν αξιωματικό και έναν οπλίτη.

Νεκρός ήταν ο οδηγός του οχήματος Champ, 25χρονος στρατιώτης Μηχανικού (σκαπανέας) Robert Peter Melson του 37ου Τάγματος Μηχανικού. Επιζώντες που κατάφεραν να διαφύγουν τραυματίες ήταν ο ανθυπολοχαγός Martin Musson και ο σκαπανέας Sawyer. 

Όταν το τεθωρακισμένο έφθασε στο αγγλικό στρατόπεδο στον Αγρό, ενημέρωσε για την προσβολή. Έτσι μεγάλος αριθμός καταδρομέων της 3ης Ταξιαρχίας Καταδρομών κινήθηκε προς την περιοχή της ενέδρας. Την επόμενη μέρα, στις 6:00, οι Άγγλοι καταδρομείς ως αντίποινα σκότωσαν τον 55χρονο Αυγουστή Σάββα Βοροκλινιώτη, ο οποίος περνούσε ανυποψίαστος από την περιοχή.

Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι κλήθηκε να σταματήσει και παράκουσε. Κατά τη διάρκεια της ανάσυρσης του νεκρού σκαπανέα και του οχήματος από το γκρεμό, εντοπίστηκαν φυσίγγια που είχαν πάθει αφλογιστία. Την αναφορά επιβεβαιώνει η μαρτυρία του Σάββα Κουλλαπή, ο οποίος αφηγείται ότι αρκετές από τις σφαίρες του είχαν πάθει αφλογιστία. 

Του δρ Χαράλαμπου Αλεξάνδρου*


*Ειδικός επιστήμονας Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Aναδημοσίευση: Philenews

Categories
Επετειολoγιο Νοέμβριος

Σαν σήμερα 05/11/1955 περνά στο πάνθεο των ηρώων ο Χαραλάμπους Γεώργιος

Χαραλάμπους Γεώργιος
Γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Επιφάνιος της Σολέας, κοντά στη Φλάσου, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 16 Μαρτίου 1932.
Πέθανε στις 5 Νοεμβρίου 1955 στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, από τραύματα που του προκάλεσαν Άγγλοι στρατιώτες.
Γονείς : Χαμπής Γιωρκή και Παναγιώτα Χαραλάμπους
Αδέλφια : Ιωάννης, Μυριάνθη, Θεόδωρος
Μνηστή : Χρυστάλλα Ιωάννου

Ο Γεώργιος Χαραλάμπους φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Φλάσου και εργαζόταν ως ξυλουργός. Κατοικούσε στο χωριό Κυρά της επαρχίας Μόρφου, όπου ήταν αρραβωνιασμένος με τη Χρυστάλλα Ιωάννου και ετοιμαζόταν να νυμφευθεί στις 30 Οκτωβρίου 1955. Στον αγώνα συνεργαζόταν με φοιτητική ομάδα του Διδασκαλικού Κολεγίου Μόρφου.

Τον Οκτώβριο του 1955 ο Διγενής είχε δώσει εντολή για μαχητικές διαδηλώσεις, ακόμη και σε περίπτωση επέμβασης των αρχών, με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940. Οι βρετανικές αρχές της Κύπρου δεν επέτρεψαν τον εορτασμό της ένδοξης επετείου και, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Διγενής,” ήταν προφανές ότι ο δυνάστης ήθελε να καταπνίξει τον εθνικόν εορτασμόν εις το αίμα”.

Στην κωμόπολη Μόρφου, υπεύθυνος της ΕΟΚΑ την εποχή εκείνη ήταν ο εξ Ελλάδος καθηγητής του Γυμνασίου, Βασίλειος Μπαρπάνης, ο οποίος και οργάνωσε τη διαδήλωση. Σ’ αυτή οι μαθητές του Γυμνασίου Μόρφου και οι φοιτητές του Διδασκαλικού Κολεγίου, στους οποίους προστέθηκαν και πολλοί πολίτες, πορεύθηκαν προς τον αστυνομικό σταθμό και υποχρέωσαν τους αστυνομικούς και τους εκεί Άγγλους στρατιώτες να βγουν από το σταθμό.

Κατά την έξοδό τους ρίφθηκαν εναντίον τους βόμβες, δυο από τις οποίες εξερράγησαν. Στο μεταξύ ομάδα διαδηλωτών προσπάθησε να πυρπολήσει κυβερνητικά κτίρια. Οι Άγγλοι στρατιώτες πυροβόλησαν εναντίον του πλήθους πληγώνοντας τρία άτομα, από τα οποία το ένα ήταν ο Γεώργιος Χαραλάμπους, ο οποίος πέθανε σε λίγες μέρες, στις 5 Νοεμβρίου 1955, στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου τον είχαν μεταφέρει.

Ο θάνατός του φούντωσε την οργή και ατσάλωσε τη θέληση για συνέχιση του Αγώνα, που βρισκόταν ακόμη στην πρώτη του φάση.

Categories
Επετειολoγιο Νοέμβριος

Σαν σήμερα 25/11/1958 περνά στο πάνθεο των ηρώων ο Συμεού Παναγιώτης

Συμεού Παναγιώτης
Γεννήθηκε στο χωριό Πάχνα, της επαρχίας Λεμεσού, στις 8 Σεπτεμβρίου 1936.
Σκοτώθηκε από Άγγλους στρατιώτες την αυγή της 25ης Νοεμβρίου 1958 στη Λεμεσό, όταν αποπειράθηκε να δραπετεύσει.
Γονείς : Συμεών Δημητρίου και Μυριάνθη Αθηνάκη
Αδέλφια : Έλλη, Ανδρέας, Χρυστάλλα

Ο Παναγιώτης Συμεού, ή Πανίκος όπως τον φώναζαν οι δικοί του, τελείωσε το δημοτικό σχολείο Πάχνας και ασχολήθηκε με την αμπελοκαλλιέργεια. Το ενδιαφέρον του για τα κοινά εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς. Σε ηλικία μόλις 17 χρόνων πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Νέας Συντεχνίας Πάχνας και αθλητικού σωματείου στο χωριό του. Διοργάνωσε επίσης εθνικές εκδηλώσεις, εμπνέοντας όλους με την ελληνική φουστανέλα που φορούσε.

Κατατάχθηκε στην ΕΟΚΑ αρχές του 1956 και ανέπτυξε πλούσια δράση. Έλαβε μέρος στην επίθεση εναντίον του αστυνομικού σταθμού Πάχνας, σε τέσσερις ανατινάξεις του συστήματος ύδρευσης Επισκοπής και σε επιθέσεις της ΕΟΚΑ στις Κιβίδες και στην Κισσούσα. Στη συνέχεια συνδέθηκε με την ανταρτική ομάδα της περιοχής του, που έμενε σε κρησφύγετο μεταξύ των χωριών Φοινί και Άης Νικόλας. Όταν το κρησφύγετο ανακαλύφθηκε από τους Άγγλους, ο Πανίκος Συμεού, με εντολή της Οργάνωσης, συγκέντρωσε με συναγωνιστή τα όπλα και τα μετέφερε στο Όμοδος. Οι αντάρτες, που σκορπίστηκαν προσωρινά, ανασυγκροτήθηκαν και πάλι σε δυο ομάδες, στη μία εκ των οποίων συμπεριλαμβανόταν και ο Πανίκος. Η δράση της ομάδας αυτής συνεχίστηκε με επιθέσεις εναντίον των Άγγλων στην Αυδήμου και την Τριμίκλινη.

Λόγω της πλούσιας δράσης του, ο Πανίκος Συμεού καταζητήθηκε και το Νοέμβριο του 1958 τον συνέλαβαν οι Άγγλοι. Για τρεις μέρες τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια στον αστυνομικό σταθμό Αυδήμου. Το βράδυ της 24ης προς την αυγή της 25ης Νοεμβρίου 1958, ημέρα κατά την οποία άρχιζε η συζήτηση του Κυπριακού στον ΟΗΕ και επικρατούσε εκεχειρία, οι Άγγλοι, υπό την απειλή των όπλων, τον οδήγησαν στη Λεμεσό, για να τους υποδείξει οπλισμό της ΕΟΚΑ. Στην οδό 28ης Οκτωβρίου, κοντά στο γήπεδο ΓΣΟ, ο Πανίκος πήδησε από το αστυνομικό αυτοκίνητο και άρχισε να τρέχει, για να διαφύγει. Οι Άγγλοι στρατιώτες και οι Τούρκοι επικουρικοί αστυνομικοί που τον συνόδευαν, άνοιξαν πυρ εναντίον του και τον σκότωσαν. Ήταν αυγή της 25ης Νοεμβρίου 1958. Από τη διασταύρωση των πυρών τους, σκοτώθηκαν επίσης ένας από τους αστυνομικούς συνόδους του και ένας Άγγλος στρατιώτης.

Στην ταφή του Πανίκου, που κατά διαταγή των Άγγλων, αντίθετα προς τους κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, έγινε στις δέκα το βράδυ, το πλήθος γονάτισε στο κοιμητήριο και έψαλλε τον εθνικό ύμνο. Στο πρώτο του μνημόσυνο οι κοπέλες του χωριού χόρεψαν, καθ’ υπόδειξη της μητέρας του, καλαματιανό τραγουδώντας δικούς του στίχους, που τραγουδούσε και ο ίδιος, όταν χόρευε με την μητέρα του.

“Αν μάθεις πως σκοτώθηκα, χαρές να ‘χετε όλοι, για της πατρίδας την τιμή είναι γλυκό το βόλι…”

Ο Παναγιώτης Συμεού είναι μαζί με το Σάββα Ροτσίδη οι τελευταίοι νεκροί του αγώνα.

Categories
Επετειολoγιο Νοέμβριος

Σαν σήμερα 25/11/1958 περνά στο πάνθεο των ηρώων ο Ροτσίδης Σάββας

Ροτσίδης Σάββας
Γεννήθηκε στο χωριό Μάμμαρι, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 18 Ιανουαρίου 1935.
Φονεύθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1958 σε περιοχή του Αγρού, σε ενέδρα που του έστησαν Άγγλοι στρατιώτες.
Γονείς : Γεώργιος και Αναστασία Ροτσίδη
Αδέλφια : Λοΐζος, Ανδρέας, Ειρήνη και Πολύμνια

Ο Σάββας Ροτσίδης τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και τη Σχολή Σαμουήλ στη Λευκωσία.

Εργαζόταν στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία ως λογιστής και μετά ως αποθηκάριος στο μεταλλείο Μιτσερού. Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ από την αρχή του αγώνα, συνεργαζόμενος με τις ανταρτικές ομάδες Πιτσιλιάς. Στις 18 Νοεμβρίου 1955 πήρε μέρος στη δεύτερη επιχείρηση του τομέα Πιτσιλιάς, την επίθεση εναντίον της φρουράς των εκρηκτικών υλών του μεταλλείου Μιτσερού. Το μεταλλείο Μιτσερού ήταν η κύρια πηγή εφοδιασμού της ΕΟΚΑ με δυναμίτιδα.

Τον Οκτώβριο του 1956 συνελήφθη και κακοποιήθηκε βάναυσα από τους Άγγλους, επειδή βρέθηκαν στην κατοχή του δυο περίστροφα. Παραπλανητικά ενεργώντας, κατάφερε να οδηγηθεί από τους ανακριτές του στην ορεινή περιοχή του χωριού Άγιος Επιφάνιος, για να τους υποδείξει δήθεν το κρησφύγετο των συνεργατών του και, αφού τους εξαπάτησε, κατόρθωσε να διαφύγει. Πέρασε από το σπίτι του, όπου του περιποιήθηκε τις πληγές η μητέρα του, προτού κρυβεί. Ο Διγενής έδωσε εντολή στους συνεργάτες του να είναι προσεκτικοί στην επανασύνδεσή τους μαζί του, μέχρι που να διαπιστωθεί ότι ο τρόπος της απόδρασής του ήταν έντιμος. Ο Ροτσίδης έμεινε λίγους μήνες στην αφάνεια κρυβόμενος από συναγωνιστές του, αρχικά στην περιοχή της Μόρφου και στη συνέχεια στα χωριά Άγιος Ιωάννης Μαλούντας, Παλαιχώρι και Πολύστυπος. Με την επανασύνδεσή του με τις ανταρτικές ομάδες της Πιτσιλιάς πήρε μέρος σε πολλές επιθέσεις εναντίον των Άγγλων.

Στις 25 Νοεμβρίου 1958 ο Ροτσίδης πήγε σε πηγή με το συναγωνιστή του Ρογήρο Σιηπιλλή, για να πάρουν νερό στο κρησφύγετό τους, στην περιοχή “Σκουρή” του Αγρού. Εκεί ενέπεσαν σε ενέδρα των Άγγλων, που παραβίασαν την υφιστάμενη τότε εκεχειρία. Ο Ροτσίδης σκοτώθηκε και ο συναγωνιστής του κατόρθωσε να διαφύγει βαριά τραυματισμένος. Ο Ροτσίδης είναι ο τελευταίος αντάρτης νεκρός του Αγώνα.

Οι γονείς του τον έντυσαν με γαμπρικό κοστούμι στο Σανατόριο της Κυπερούντας, απ’ όπου τον παρέλαβαν μετά το θάνατό του και, δεχόμενοι στο σπίτι τους το πλήθος του κόσμου που μαζεύτηκε από όλη την Κύπρο να τον αποχαιρετήσει, παράγγειλαν να κτυπήσουν αναστάσιμα οι καμπάνες και πρόσφεραν κουραμπιέδες.

Categories
Επετειολoγιο Νοέμβριος

Σαν σήμερα 18/11/1958 περνά στο πάνθεο των ηρώων ο Καννάουρος Χριστόδουλος

Καννάουρος Χριστόδουλος
Γεννήθηκε στο χωριό Κυπερούντα, της επαρχίας Λεμεσού, το 1908.
Σκοτώθηκε από Άγγλους στρατιώτες στη γενέτειρά του, στις 18 Νοεμβρίου 1958.
Σύζυγος : Χριστίνα Χριστοδούλου
Παιδιά : Μιχάλης, Ανδρέας, Ευτυχία, Παναγιώτα, Ελένη και Ρεβέκκα
Γονείς : Σάββας Κοιλιάρης και Ευσταθία Γιαννή Χατζηδημήτρη
Αδέλφια : Γιαννής, Στυλιανή και Κυριακού

Ο Χριστόδουλος Καννάουρος υπήρξε στέλεχος της Νέας Συντεχνίας Κυπερούντας και από τα πρώτα μέλη της ΕΟΚΑ. Τα καθήκοντά του στον αγώνα ήταν η απόκρυψη οπλισμού, η διακίνηση της αλληλογραφίας και η φιλοξενία ανταρτών και καταζητούμενων, για την ασφάλεια των οποίων διατηρούσε κρησφύγετο στο σπίτι του. Το Φεβρουάριο του 1957 ο Παναγιώτης Αριστείδου, καταζητούμενος αντάρτης της ΕΟΚΑ, πληγώθηκε στη μάχη του Πελεντρίου, κατά την οποία έπεσαν οι ήρωες Σωτήρης Τσαγκάρης και Δημητράκης Χριστοδούλου και πληγώθηκε ο Στυλιανός Λένας. Ο Αριστείδου μπόρεσε να διαφύγει και κατέφυγε στο σπίτι του Χριστόδουλου, όπου κρύφτηκε και του προσφέρθηκε η κατάλληλη ιατρική περίθαλψη, μέχρι που έγινε καλά.

Στις 18 Νοεμβρίου 1958 συνελήφθη μεταξύ Αμιάντου – Κυπερούντας ο σύνδεσμος Κυπερούντας με όλη την αλληλογραφία που προερχόταν, τόσο από την ανταρτική ομάδα, που βρισκόταν την ημέρα εκείνη στον Αμίαντο, όσο και από άλλα μέλη της περιοχής. Με βάση το περιεχόμενο των επιστολών οι αγγλικές αρχές επιδόθηκαν σε συλλήψεις και έρευνες στην περιοχή.

Ο Γεώργιος Κάζανος από την Κυπερούντα, που ανέμενε να παραλάβει την αλληλογραφία, ειδοποιήθηκε για τα συμβάντα και μετέβη στο χωριό Αγρίδια όπου ενημέρωσε τον υπεύθυνο της ΕΟΚΑ Κυπερούντας, ο οποίος ήταν δάσκαλος διορισμένος στα Αγρίδια. Γυρίζοντας πίσω στο χωριό του κατά τα μεσάνυκτα, πήγε να μείνει για ασφάλεια στο σπίτι του Χριστόδουλου Καννάουρου, όπου υπήρχε κρησφύγετο. Μόλις μπήκε μέσα και προτού τακτοποιηθεί στο κρησφύγετο κτύπησε η πόρτα και Άγγλοι στρατιώτες, που συνοδεύονταν από Τούρκους επικουρικούς, πυροβόλησαν θανάσιμα τον Χριστόδουλο Καννάουρο, ελευθέρωσαν την είσοδο, όρμησαν μέσα και συνέλαβαν τον Γεώργιο Κάζανο.

Με βάση το επίσημο ανακοινωθέν, ο Χριστόδουλος Καννάουρος, μόλις άνοιξε την πόρτα, αποπειράθηκε να αφαιρέσει το όπλο Άγγλου στρατιώτη, για να καθηλώσει τους υπόλοιπους, οπότε πυροβολήθηκε θανάσιμα.